Ο ψεύτικος κόσμος των μέσων δικτύωσης πλήττει την αληθινή ζωή των εφήβων
23 Μαρτίου 2025, 09:00

Έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Πάντοβα στην Ιταλία αναφέρει ότι οι προσδοκίες των εφήβων ότι θα βρουν καλούς φίλους μέσω ψηφιακών μέσων, οδηγούν σε αυξημένο άγχος και συγκρούσεις στον πραγματικό κόσμο. Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Digital Health παρακολούθησε 1.185 εφήβους επί 6 μήνες για να εξετάσει τις επιπτώσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στις φιλίες. Τα ευρήματα αποκαλύπτουν μια ανησυχητική πραγματικότητα: Oι κανόνες και οι προσδοκίες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συμβάλλουν σημαντικά στο ψηφιακό άγχος, το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε συγκρούσεις μεταξύ φίλων.
Το αίσθημα της πίεσης να είναι πάντα διαθέσιμοι και να ανταποκρίνονται στους φίλους τους διαδικτυακά. Η απογοήτευση που προκύπτει όταν οι φίλοι δεν ανταποκρίνονται τόσο γρήγορα ή συχνά όσο αναμενόταν.
Η μελέτη διαπίστωσε, μάλιστα, ότι η απογοήτευση ήταν ο ισχυρότερος παράγοντας πρόβλεψης των συγκρούσεων. Πολλές συγκρούσεις, δηλαδή, δεν προκύπτουν επειδή οι έφηβοι αισθάνονται επιβαρυμένοι με το να ανταποκρίνονται, αλλά επειδή αισθάνονται απογοητευμένοι όταν οι φίλοι τους δεν ανταποκρίνονται.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι φωτογραφίες, τα βίντεο και οι ιστορίες παρέχουν ένα παράθυρο σε πραγματικό χρόνο στις δραστηριότητες των φίλων, καθιστώντας ευκολότερο για τους εφήβους να αισθάνονται αποκλεισμό, ζήλια ή απόρριψη όταν παρατηρούν τους συνομηλίκους τους να αλληλεπιδρούν με άλλους, αγνοώντας τα μηνύματά τους. «Το οπτικό περιεχόμενο διευκολύνει τους εφήβους να δουν τι κάνουν οι φίλοι τους ανά πάσα στιγμή», εξηγεί η Angelini. «Αν οι έφηβοι παρατηρήσουν ότι οι φίλοι τους είναι ενεργοί στο διαδίκτυο ή περνούν χρόνο με άλλους, αγνοώντας τους ίδιους, μπορεί να νιώσουν αποκλεισμένοι». Αυτό, σύμφωνα με την ειδικό, δεν αποκλείεται να προκαλέσει έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις, δεδομένου ότι οι έφηβοι βρίσκονται ακόμη στη φάση διαμόρφωσης της συναισθηματικής τους ανθεκτικότητας.
Η μελέτη οδηγήθηκε στο συμπέρασμα εξάλλου ότι αγόρια και κορίτσια βιώνουν διαφορετικά αυτές τις πιέσεις. Τα αγόρια έτειναν να αισθάνονται λιγότερο παγιδευμένα σε σύγκριση με τα κορίτσια, ενδεχομένως λόγω διαφορετικών προσδοκιών όσον αφορά στους χρόνους ανταπόκρισης.
Παρακολουθώντας την ίδια ομάδα εφήβων επί 6 μήνες, οι ερευνητές μπόρεσαν να δουν πώς το ψηφιακό άγχος δεν συνδεόταν απλώς με τις συγκρούσεις, αλλά συνέβαλε ενεργά σε αυτές με την πάροδο του χρόνου. Γονείς και εκπαιδευτικοί μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην καθοδήγηση των εφήβων, ώστε να αναπτύξουν πιο υγιείς συνήθειες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι, αρχικά, σημαντικό για τους εφήβους να καταλάβουν ότι δεν απαιτεί κάθε μήνυμα άμεση απάντηση. Αυτό μπορεί να μειώσει το άγχος και να αποτρέψει περιττές συγκρούσεις, διατηρώντας παράλληλα υγιείς φιλίες. Χρήσιμο είναι, επίσης, να βάλουν όρια στη χρήση των κοινωνικών πλατφορμών, όπως ο καθορισμός ωρών «εκτός σύνδεσης» ή η διαχείριση των ειδοποιήσεων.
Αναγνωρίζοντας τη συναισθηματική φόρτιση που μπορεί να προκαλέσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τόσο οι έφηβοι, όσο και το περιβάλλον τους, μπορούν να λάβουν προληπτικά μέτρα για τη δημιουργία πιο βιώσιμων σχέσεων – τόσο online, όσο και offline.