Υλικά και Αντικείμενα σε Επαφή με Τρόφιμα και η σημασία του ελέγχου τους
02 September 2024, 11:31
Της Νεκταρίας Βαρνάβα, Χημικός, Γενικό Χημείο του Κράτους
Υλικά και Αντικείμενα σε Επαφή με τρόφιμα (Υ.Α.Ε.Τ) καλούνται όλα τα Υλικά και αντικείμενα με τα οποία τα τρόφιμα έρχονται σε επαφή πριν την κατανάλωσή τους, κατά τη διάρκεια της παραγωγής, της επεξεργασίας, της μεταφοράς, της φύλαξης, της προετοιμασίας και του σερβιρίσματός τους. Τέτοια υλικά και αντικείμενα είναι: τα δοχεία και οι περιέκτες ως συσκευασίες τροφίμων, τα εργαλεία για την όποια επεξεργασία τους καθώς και τα μαγειρικά σκεύη, τα κουζινικά και τα επιτραπέζια είδη και εργαλεία. Ως Υ.Α.Ε.Τ θεωρούνται επίσης και τα είδη παιδικής διατροφής και φροντίδας (μπιμπερό, πιπίλες κ.α) .
Τα Υ.Α.Ε.Τ κατασκευάζονται από διάφορα υλικά όπως πλαστικό, κεραμικό, μέταλλα και κράματα, χαρτί, ξύλο, γυαλί, σιλικόνη κλπ. Ως εκ τούτου, ανάλογα με το υλικό τους καθώς και τον τρόπο παραγωγής τους, περιέχουν διάφορες χημικές ουσίες οι οποίες: α) βρίσκονται στην πρώτη ύλη β) προστίθενται κατά τη διαδικασία παραγωγής τους για να προσδώσουν στο υλικό συγκεκριμένες ιδιότητες, είτε γ) προκύπτουν ως παραπροϊόντα ή επιμολυντές. Οι σημαντικότερες κατηγορίες των χημικών αυτών ουσιών είναι τα μονομερή (βινιλοχλωρίδιο, ολεφίνες, δισφαινόλη-Α (BPA), στυρένιο), οι πλαστικοποιητές (φθαλικοί εστέρες, αδιπικοί εστέρες, ΕSBO), τα βαρέα μέταλλα όπως ο μόλυβδος (Pb), το κάδμιο (Cd), το Βάριο (Ba), ο Κασσίτερος (Sn), ο Ψευδάργυρος (Zn) κ.α και οι επιμολυντές όπως οι Πρωτοταγείς Αρωματικές Αμίνες (ΠΑΑ) κλπ. Κάποιες ουσίες, όπως το βινιλοχλωρίδιο και οι ΠΑΑ είναι ιδιαίτερα τοξικές και κάποιες έχουν χαρακτηριστεί ως καρκινογόνες για τον άνθρωπο, οι φθαλικοί εστέρες και η BPA είναι ενδοκρινικοί διαταράκτες, ενώ κάποια μέταλλα όπως ο μόλυβδος και το κάδμιο σχετίζονται με πολλές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων και της νεφρικής δυσλειτουργίας, καθώς και με αναπτυξιακές διαταραχές και νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Οι ουσίες αυτές με την επαφή των υλικών με τα τρόφιμα δύνανται να μεταναστεύσουν σε αυτά με τον κίνδυνο να επηρεάσουν την ποιότητα, τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (εμφάνιση, οσμή και γεύση), τη χημική ασφάλεια των τροφίμων και κατά συνέπεια την ανθρώπινη υγεία. Τα Υ.Α.Ε.Τ λοιπόν πρέπει να είναι αδρανή ώστε τα συστατικά τους να μην αλλοιώνουν τα τρόφιμα.
Ο έλεγχος της καταλληλότητας των Υ.Α.Ε.Τ γίνεται βάσει της χρήσης για την οποία προορίζονται όπως το είδος των τροφίμων με τα οποία θα έλθουν σε επαφή (υδατικά, όξινα, λιπαρά) και τις συνθήκες της χρήσης τους (θερμοκρασία και χρόνος επαφής με τα τρόφιμα). Γενικά η μεταφορά των ουσιών από τα Υ.Α.Ε.Τ στα τρόφιμα ευνοείται σε υψηλές θερμοκρασίες και αυξάνεται με το χρόνο παραμονής των τροφίμων σε αυτά. Στις εργαστηριακές δοκιμές λαμβάνεται υπόψη κατά πόσο τα Υ.Α.Ε.Τ είναι αντικείμενα μιας ή πολλαπλών χρήσεων.
Για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, πέραν από τον έλεγχο των Υ.Α.Ε.Τ για τη συμμόρφωσή τους με την σχετική νομοθεσία, εξίσου σημαντική είναι και η ορθή χρήση τους από τους καταναλωτές. Οι καταναλωτές πρέπει να ενημερώνονται και να τηρούν τη σήμανση η οποία αφορά την προβλεπόμενη χρήση του αντικειμένου χρησιμοποιώντας το σωστά. Κάθε Υ.Α.Ε.Τ είναι κατάλληλο μόνο για την χρήση για την οποία προορίζεται και τις προβλεπόμενες συνθήκες όπως αναγράφονται στη σήμανση. Επίσης, πρέπει να τηρούνται και άλλες ειδικές οδηγίες όπως ο τρόπος καθαρισμού τους, το πλύσιμο πριν την πρώτη χρήση, η συμβατότητά τους με το φούρνο μικροκυμάτων κλπ.
Για τον λόγο αυτό οι παραγωγοί των Υ.Α.Ε.Τ πρέπει να διασφαλίζουν ορθά και επαρκώς την παροχή πληροφοριών σχετικά με την ασφαλή χρήση των προϊόντων τους, οι οποίες να απευθύνονται προς τα μέρη της αλυσίδας εφοδιασμού των τροφίμων (εστιατόρια, φούρνους, ζαχαροπλαστεία κλπ), να παρέχουν οδηγίες στους καταναλωτές ώστε να ενημερώνονται σχετικά με την ασφαλή και κατάλληλη χρήση των αντικειμένων κατά περίπτωση. Η κοινοποίηση πληροφοριών κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω της Δήλωσης Συμμόρφωσης και των εγγράφων τα οποία πρέπει να συνοδεύουν τα Υ.Α.Ε.Τ και της σήμανσης τους η οποία αποτελεί το κύριο εργαλείο επικοινωνίας με τους εμπόρους λιανικής πώλησης και τους καταναλωτές οι οποίοι με τη σειρά τους πρέπει να βεβαιώνονται ότι ακολουθούν τις σωστές οδηγίες χρήσης. Είναι σαφές ότι η χρήση των Υ.Α.Ε.Τ για μη προβλεπόμενους σκοπούς ενδεχομένως να μην είναι ασφαλής.
Για τη διασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφαρμόζεται από τα κράτη μέλη (ΚΜ-ΕΕ) ένα νομικό πλαίσιο απαιτήσεων και ελέγχων. Το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα Υ.Α.Ε.Τ αποσκοπεί κυρίως στην προστασία της υγείας και των συμφερόντων του καταναλωτή αλλά και στην αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς ως προς τη διάθεσή τους. Τα Υ.Α.Ε.Τ ελέγχονται από τις Αρμόδιες Αρχές ως προς την ασφάλειά τους σε όλη την αλυσίδα που συναντώνται, από το στάδιο της παραγωγής τους μέχρι την διάθεση τους και τη χρήση τους από τους καταναλωτές. Στην Κύπρο οι Κανονισμοί Περί Υλικών σε Επαφή με Τρόφιμα περιλαμβάνονται στους Περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμους του 1996 (Ν.54(1)/96) και τροποποιήσεις τους. Η νομοθεσία της ΕΕ περιλαμβάνει κανόνες οι οποίοι μπορεί να είναι είτε γενικού χαρακτήρα, να εφαρμόζονται δηλαδή σε όλα τα Υ.Α.Ε.Τ, είτε να έχουν ισχύ για συγκεκριμένα υλικά ή συγκεκριμένες ουσίες. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχει σχετική νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν Εθνικές νομοθεσίες.
Σύμφωνα με τη γενική/οριζόντια νομοθεσία όλα τα Υ.Α.Ε.Τ τα οποία βρίσκονται στην αγορά πρέπει να συμμορφώνονται με τον Κανονισμό της (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 ο οποίος αποτελεί ένα εναρμονισμένο νομικό πλαίσιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βασική απαίτηση της νομοθεσίας αυτής είναι τα Υ.Α.Ε.Τ να είναι αδρανή και να μην επιδρούν αρνητικά στα τρόφιμα επιβαρύνοντάς τα με επιβλαβείς ουσίες έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των τροφίμων. Επιπρόσθετα κατά την παραγωγή των Υ.Α.Ε.Τ πρέπει να τηρείται η Ορθή Βιομηχανική Πρακτική (Good Manufacture Practice) σύμφωνα με τον Κανονισμό της (ΕΚ) αριθ. 2006/2023. Σε αυτόν διασφαλίζεται η συμμόρφωση όλων των κανόνων ορθής πρακτικής σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας και αφορά τις εγκαταστάσεις, τα κρίσιμα στάδια παραγωγής, τα συστήματα διασφάλισης ποιότητας, της επιλογής πρώτων υλών κλπ.
Πέραν από τη γενική νομοθεσία, υπάρχει και νομοθεσία η οποία καλύπτει συγκεκριμένες ουσίες οι οποίες χρησιμοποιούνται ή προκύπτουν κατά την παραγωγή των Υ.Α.Ε.Τ (πχ. Οδηγία 93/11/ΕΟΚ-Απελευθέρωση Ν-Νιτροζαμινών και Ν-Νιτροζώσιμων ουσιών από τις θηλές θηλάστρων και τα ψευδοθήλαστρα (πιπίλες) από ελαστομερές ή καουτσούκ) ή συγκεκριμένα υλικά όπως περιγράφεται πιο κάτω.
Ο Κανονισμός της (ΕΕ) αριθ. 10/2011 για τα πλαστικά αποτελεί το πιο ολοκληρωμένο μέτρο για τα Υ.Α.Ε.Τ. Περιλαμβάνει κανόνες σχετικά με τη συμμόρφωσή τους σε προδιαγραφές, τη σύνθεση των πλαστικών καθώς και ένα κατάλογο ουσιών οι οποίες επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή τους αλλά με περιορισμό στη χρήση τους. Κάθε ουσία κατέχει συγκεκριμένο αριθμό και όρια ειδικής μετανάστευσης, τα οποία καθορίζουν τη μέγιστη ποσότητα της ουσίας η οποία επιτρέπεται να μεταναστεύει στα τρόφιμα. Το Όριο Ειδικής Μετανάστευσης (Specific Migration Limit (SML), καθορίζεται ξεχωριστά για κάθε εγκεκριµένη ουσία, λαµβάνοντας υπόψη διάφορους τοξικολογικούς δείκτες (ADI-Acceptable Daily Intake, TDI-Tolerable Daily Intake). Ωστόσο, πέραν από την κάθε ουσία ξεχωριστά, η μετανάστευση του συνόλου των ουσιών από ένα πλαστικό αντικείμενο σε ένα τρόφιμο δεν πρέπει να ξεπερνά το όριο ολικής μετανάστευσης το οποίο είναι 10mg/dm2 (υλικού) ή 60mg/kg(τροφίµου, ή προσοµοιωτή τροφίμων).
Η Οδηγία 84/500/ΕΟΚ αναφέρεται στα κεραμικά Υ.Α.Ε.Τ τα οποία αποτελούνται από μείγμα ανόργανων ουσιών υψηλής περιεκτικότητας σε άργιλο ή πυριτικό ασβέστιο. Στην Οδηγία καθορίζεται η μέθοδος ανάλυσης για τον προσδιορισμό της μετανάστευσης μολύβδου και καδμίου από τα κεραμικά στα τρόφιμα καθώς και τα μέγιστα επιτρεπόμενα όρια για τις διαφορετικές κατηγορίες κεραμικών.
Στον κανονισμό (ΕE) αριθ. 2022/1616 καθορίζονται κανόνες για τα ανακυκλωμένα πλαστικά. Λόγω της προσπάθειας της βέλτιστης αξιοποίησης των πόρων η ανακύκλωση καθίσταται ολοένα συχνότερη κατά την παραγωγή καθότι υπάρχει η πιθανότητα επιμόλυνσης των Υ.Α.Ε.Τ τα οποία περιέχουν ανακυκλωμένα πλαστικά.
Ο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2009 αφορά στα ενεργά και νοήμονα υλικά τα οποία εξαιρούνται από τον γενικό κανόνα περί αδράνειας, ο οποίος περιλαμβάνεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2004/1935, μιας και αυτά τα υλικά αλληλεπιδρούν με τα τρόφιμα. Τα ενεργά και νοήμονα υλικά παρατείνουν τη διάρκεια αποθήκευσης των τροφίμων διατηρώντας ή βελτιώνοντας την κατάσταση τους. Αυτό καθίσταται δυνατόν με το να απελευθερώνουν ή να προσροφούν ουσίες (Οξυγόνο, αιθυλένιο, συντηρητικά κλπ) προς ή από το τρόφιμο ή το περιβάλλον του. Επίσης μπορεί να δίνουν ένδειξη αλλοίωσης ή λήξης του τροφίμου με την απελευθέρωση ουσιών που προκαλούν αλλαγή του χρώματός τους, ανάλογα με το πέρας του χρόνου και τη θερμοκρασία αποθήκευσης. Επίκειται να καταρτιστεί ενωσιακός κατάλογος εγκεκριμένων ουσιών για την παραγωγή ενεργών και νοημόνων υλικών.
Υπεύθυνα για την επιβολή της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία είναι τα κράτη μέλη. Οι αρμόδιες αρχές τους ελέγχουν τα συνοδευτικά έγγραφα τα οποία τους παρέχουν οι παραγωγοί των Υ.Α.Ε.Τ, με επίσκεψη στις εγκαταστάσεις τους και με επί τόπου συλλογή δειγμάτων ή από δειγματοληψία από την αγορά καθώς και τις εισαγωγές, για τη διενέργεια εργαστηριακών ελέγχων. Σε επίπεδο κρατών μελών, τα Εθνικά Εργαστήρια Αναφοράς (Ε.Ε.Α) συμβάλλουν στο έργο αυτό, καθώς και το Εργαστήριο Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει επιστημονική και τεχνική υποστήριξη στα Ε.Ε.Α.
Στην Κύπρο η Αρμόδια Αρχή είναι οι Υγειονομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας. Το Εργαστήριο Υλικών σε Επαφή με Τρόφιμα του Γενικού Χημείου του Κράτους είναι το Επίσημο Εργαστήριο Ελέγχου των Υ.Α.Ε.Τ καθώς και το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς (Ε.Ε.Α). Το εργαστήριο λειτουργεί από το 1992 και από το 2002 είναι διαπιστευμένο σύμφωνα με το πρότυπο CYS EN ISO/IEC 17025:2017 σε πεδία που αφορούν τα Υ.Α.Ε.Τ. Οι δύο αυτές Υπηρεσίες καρταρτίζουν και εφαρμόζουν το Επίσημο Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου. Ο σχεδιασμός των προγραμμάτων ελέγχου επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο σε είδη που χρησιμοποιούνται συχνά και είναι δυνατό να απελευθερώσουν ουσίες τοξικολογικά επικίνδυνες, σε είδη τα οποία χρησιμοποιούνται από ευάλωτες ομάδες όπως μικρά παιδιά, σε είδη για τα οποία στο παρελθόν παρατηρήθηκαν αποκλίσεις από την σχετική νομοθεσία, και σε είδη τα οποία ανακοινώνονται στο «Σύστημα Ταχείας Ενημέρωσης για τα Τρόφιμα της Ε.Ε. (RASFF)». Λόγω των εξελίξεων στη βιομηχανία καταβάλλεται προσπάθεια όπως κάθε χρόνο ο έλεγχος να επεκτείνεται σε νέα Υ.Α.Ε.Τ τα οποία κυκλοφορούν στην αγορά.
Με τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και την εμφάνιση καινούργιων υλικών στην αγορά, οι απαιτούμενοι εργαστηριακοί έλεγχοι συνεχώς διευρύνονται και απαιτούνται ολοένα και πιο ευαίσθητες εργαστηριακές μέθοδοι προσδιορισμού κάποιων παραμέτρων. Οι αρμόδιες Υπηρεσίες προσπαθούν να ανταποκρίνονται επάξια στις συνεχείς επιστημονικές εξελίξεις, στις νέες απαιτήσεις της ΕΕ, καθώς και σε καινούριους αναδυόμενους κινδύνους. H ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί κοινή ευθύνη των αρμόδιων υπηρεσιών, των παραγωγών, των βιομηχάνων, των χειριστών τροφίμων, των ασχολούμενων με την αποθήκευση, διακίνηση και εμπορία των τροφίμων, καθώς και του ίδιου του καταναλωτή ο οποίος πρέπει να είναι ενημερωμένος. Αυτοί οι συντελεστές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της ασφάλειας τροφίμων, στην ανάπτυξη, τη στήριξη και τη συντήρηση του συστήματος προστασίας της δημόσιας υγείας αλλά και στην ορθολογιστική ανάπτυξη και στήριξη της παραγωγής και του εμπορίου τροφίμων.