Σπάζοντας τα εμπόδια: Νέα κοινοπραξία υπόσχεται διευρυμένη πρόσβαση σε γονιδιακές θεραπείες για σπάν
10 Αυγούστου 2023, 11:06
*της Δρος Ανδρούλλα Ελευθέριου
Παρά τα υποσχόμενα προκλινικά και κλινικά δεδομένα αποτελεσματικότητας, οι γονιδιακές θεραπείες αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων για κληρονομικές ασθένειες δεν έχουν υιοθετηθεί ευρέως στην κλινική πρακτική.
Οι εξαιρετικά σπάνιες ασθένειες, όπως οι πρωτοπαθείς ανοσοανεπάρκειες ή τα εγγενή σφάλματα ανοσίας είναι, όπως υποδηλώνουν τα ονόματά τους, μεμονωμένα σπάνια νοσήματα που προσβάλλουν <1 στα 50.000 άτομα. Ωστόσο, οι ασθένειες αυτές έχουν βαθύτατο αντίκτυπο στη ζωή πολλών ανθρώπων λόγω του μειωμένου προσδόκιμου ζωής ή της χρόνιας προοδευτικής τους νοσηρότητας.
Η αλλογενής μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων (alloHSCT) θεωρείται θεραπευτική αγωγή για όλο και μεγαλύτερο αριθμό συγγενών ανοσολογικών σφαλμάτων, ωστόσο η χρήση της απαιτεί κατάλληλο δότη και, παρά την πρόσφατη πρόοδο, ενέχει σημαντικούς κινδύνους θνησιμότητας και νοσηρότητας, κυρίως λόγω ανεπάρκειας του μοσχεύματος και της νόσου του μοσχεύματος έναντι του ξενιστή (GvHD).
Στο πλαίσιο αυτό, οι σπάνιες κληρονομικές ασθένειες αντιπροσωπεύουν σημαντικές ανεκπλήρωτες κλινικές ανάγκες για τις οποίες η γονιδιακή θεραπεία θα μπορούσε δυνητικά να προσφέρει μια δια βίου θεραπευτική επιλογή.
Παρά τα υποσχόμενα δεδομένα αποτελεσματικότητας, η ανάπτυξη γενετικά τροποποιημένων κυτταρικών προϊόντων για σπάνιες ασθένειες παρουσιάζει ένα μοναδικό σύνολο προκλήσεων, λόγω του μικρού αριθμού των ασθενών που πάσχουν από την κάθε ασθένεια, του κόστους και της πολυπλοκότητας της παραγωγής, και της ανάγκης να υποβάλλεται το κάθε μεμονωμένο προϊόν σε ποιοτικούς ελέγχους και ρυθμιστικές αξιολογήσεις, δυσχεραίνοντας τη βιώσιμη πρόσβαση σε αυτές τις θεραπείες από μια τυπική εμπορική προοπτική. Παρόλο που περισσότερες από 15 διαφορετικές ανοσολογικές διαταραχές έχουν εμπνεύσει την ανάπτυξη της γονιδιακής θεραπείας, μέχρι στιγμής μόνο μία θεραπεία, το Strimvelis για την σοβαρή συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια με ανεπάρκεια αδενοσίνης-δεαμινάσης (ADA-SCID), έχει λάβει άδεια κυκλοφορίας στην Ευρώπη.
Δυστυχώς, o εμπορικός χορηγός του προϊόντος αποσύρθηκε πρόσφατα από το πρόγραμμα, ενώ και άλλοι βιομηχανικοί εταίροι έχουν επίσης αποχωρήσει από τον τομέα μετά από σημαντικές επενδύσεις και τη δημιουργία δεδομένων προς υποστήριξη της αδειοδότησης τέτοιων προϊόντων.
Γίνεται ολοένα και πιο εμφανές ότι για να επωφεληθούν ασθενείς με σπάνιες ή εξαιρετικά σπάνιες ασθένειες από εξατομικευμένες θεραπείες αιχμής, το σημερινό κερδοσκοπικό μοντέλο άδειας κυκλοφορίας και της εμπορικής διάθεσης δεν είναι οικονομικά κατάλληλο για τον σκοπό αυτό.
Προς εξεύρεση λύσης απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις, δημιουργήθηκε πρόσφατα μια κοινοπραξία που ονομάζεται AGORA (Access to Gene Therapies for Rare Diseases / Πρόσβαση σε Γονιδιακές Θεραπείες για Σπάνιες Ασθένειες), αποτελούμενη από κλινικούς ακαδημαϊκούς, επιστήμονες και οργανώσεις ασθενών.
Ο βραχυπρόθεσμος στόχος της είναι να λειτουργήσει ως κεντρικός φορέας για ακαδημαϊκά ιατρικά κέντρα και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, παρέχοντάς τους υποστήριξη στην αναζήτηση ρυθμιστικής έγκρισης για αποδεδειγμένα αποτελεσματικά φαρμακευτικά προϊόντα προηγμένων θεραπειών για σπάνιες ασθένειες, καθώς και την εναρμόνιση των εθνικών δραστηριοτήτων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Συνολικά, στόχος είναι να δημιουργηθεί μια ανεξάρτητη, βιώσιμη, μη κερδοσκοπική οντότητα που θα μπορεί να υποστηρίξει την έγκριση κυκλοφορίας, την παράδοση και την πρόσβαση σε θεραπείες που δεν είναι εμπορικά βιώσιμες και, ως εκ τούτου, θα γίνουν δύσκολα διαθέσιμες στους ασθενείς.
Οι επιστημονικοί ερευνητές που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία AGORA τονίζουν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται από τους ρυθμιστικούς οργανισμούς, τις αρμόδιες αρχές και τις επιτροπές αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας είναι πολλά και δυσανάλογα για τις γονιδιακές θεραπείες σε σύγκριση με την αλλογενή μεταμόσχευση αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων. Επισημαίνουν ακόμη πως το κόστος για την τελευταία είναι σημαντικά χαμηλότερο από εκείνο των νέων προσεγγίσεων γονιδιακής θεραπείας.
Κοινή χρήση της υπάρχουσας προκλινικής και κλινικής επικύρωσης και των δεδομένων ασφάλειας και αποτελεσματικότητας μέσω ενός ευρύτερου δικτύου δεδομένων θα μπορούσε να παρέχει διαβεβαίωση στις ρυθμιστικές αρχές για τον χαμηλό κίνδυνο αυτών των θεραπειών και να μειώσει την οικονομική επιβάρυνση, ελαχιστοποιώντας δαπανηρές επαναληπτικές μελέτες και υποστηρίζοντας την άδεια κυκλοφορίας τους.
Οι απόψεις των ασθενών εκπροσωπούνται, μεταξύ άλλων, από τη Διεθνή Οργάνωση Ασθενών για τις Πρωτοβάθμιες Ανοσοανεπάρκειες, την Εταιρεία Χρονιαίας Κοκκιωματώδους Νόσου και το Wiskott-Aldrich Foundation, οργανισμούς δηλαδή με μέλη που επηρεάζονται άμεσα από την απόσυρση των εμπορικών χορηγών από αυτόν τον τομέα. Υπογραμμίζεται με έμφαση πώς ο αρχικός ενθουσιασμός γύρω από τις μετασχηματιστικές γονιδιακές θεραπείες έχει μετατραπεί σε απογοήτευση για την έλλειψη προσιτών προϊόντων. Σημειώνουν δε πως είναι επιβεβλημένη η συμμετοχή εκπροσώπων οργανισμών ασθενών σε κάθε πτυχή της διαδικασίας, από τον σχεδιασμό των δοκιμών έως την προσβασιμότητα και τις στρατηγικές αποζημίωσης.
Οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών γνωρίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τόσο οι επιστήμονες όσο και οι φαρμακευτικές εταιρείες για την παροχή γονιδιακών θεραπειών σε ασθενείς που τις έχουν ανάγκη, τονίζοντας, εντούτοις, πως ο πρωταρχικός τους ρόλος είναι η κατοχύρωση της ασφάλειας. Ο EMA υπογράμμισε την επικείμενη ακαδημαϊκή υποστήριξη πιλοτικού προγράμματος που θα χρησιμεύσει ως ένα νέο μοντέλο για να καταστεί δυνατή η υποστήριξη προϊόντων που αναπτύσσονται σε ακαδημαϊκές και μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να φτάσουν στην έγκριση κυκλοφορίας.
Εμπορικοί φορείς και χρηματοδότες δίδουν έμφαση στο υψηλό κόστος που συνεπάγεται η διάθεση των προϊόντων γονιδιακής θεραπείας στην αγορά. Ωστόσο απαιτείται, επισημαίνουν, μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με το κόστος τέτοιων προϊόντων προκειμένου να επιτευχθούν δίκαιες τιμές για τη διάθεσή τους.
Σε πρόσφατη επίσημη συνάντηση της, η AGORA προσδιόρισε διάφορους υλοποιήσιμους στόχους. Για τη μείωση του κόστους, προτάθηκε η δημιουργία μιας εναρμονισμένης υποδομής σε σχέση με τις διαδικασίες παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της πλατφόρμας τεχνολογίας που καλύπτει συναφείς ασθένειες, μια τυποποιημένη ρυθμιστική προσέγγιση σε όλα τα κράτη, την ανταλλαγή δεδομένων για την μείωση ενδεχόμενων κινδύνων και τον εξορθολογισμό των δοκιμασιών ασφαλείας.
Η πρωτοβουλία AGORA θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως «κεντρική αποθήκη» για τα δεδομένα αυτά και να λειτουργήσει ως ανεξάρτητος διεθνής φορέας που θα μπορούσε να παρέχει χορηγία για κλινικές δοκιμές. Μόλις συσταθεί ως νομική οντότητα, και με δεδομένο το σημαντικό παγκόσμιο ενδιαφέρον, θα ξεκινήσει ένα πιλοτικό σχέδιο σε συνεργασία με ευρωπαϊκά ιδρύματα για να διερευνηθεί ο τρόπος επίτευξης των προσδιορισμένων στόχων.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η νεοσύστατη κοινοπραξία είναι μεγάλες. Ωστόσο, διακυβεύονται δεκαετίες έρευνας, τεράστιες οικονομικές επενδύσεις και, πιο σημαντικά, οι ζωές χιλιάδων ασθενών. Η AGORA έχει συσταθεί για να βρει εφαρμόσιμες λύσεις που θα επιτρέψουν τη βιώσιμη πρόσβαση σε θεραπείες αιχμής και έχει θέσει το «στοίχημα» να διασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για τις γονιδιακές θεραπείες σπάνιων ασθενειών.
*Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου
Ιολόγος BSC, MSc, PhD
Εκτελεστική Διευθύντρια Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)