Όλα όσα θα θέλαμε να γνωρίζουμε για τους όζους στο θυρεοειδή
29 Μαρτίου 2022, 16:00
Οι όζοι αποτελούν μία εντοπισμένη διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, με μέγεθος που μπορεί να κυμαίνεται από 1 mm έως αρκετά εκατοστά. Μπορεί να είναι συμπαγείς (εάν αποτελούνται από θυρεοειδικά ή άλλα κύτταρα), κυστικοί (εάν αποτελούνται από κολλοειδές, το οποίο συνιστά ένα απόθεμα θυρεοειδικών ορμονών) ή μικτοί.
Μάς εξηγεί ο κ. Κωνσταντίνος Αποστόλου, MD, MSc, PhD, γενικός χειρουργός και χειρουργός Ενδοκρινών Αδένων:
"Οι όζοι αποτελούν πολύ συχνό εύρημα στο γενικό πληθυσμό, με επιδημιολογικές μελέτες να αναδεικνύουν την παρουσία τους έως και στο 70% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ παρατηρούνται συχνότερα στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άνδρες. Παρά το γεγονός πως η αιτιολογία τους παραμένει κατά ένα μεγάλο βαθμό άγνωστη, επιστημονικές μελέτες έχουν αναδείξει την κληρονομικότητα ως ένα ισχυρό προδιαθεσικό παράγοντα.
Οι όζοι του θυρεοειδούς ενδέχεται να είναι ψηλαφητοί ή μη, γεγονός που εξαρτάται κυρίως από το μέγεθός τους και δευτερευόντως από την εντόπισή τους. Ο αριθμός τους ποικίλει, από έναν (μονήρης όζος) έως πολλαπλούς, ευρισκόμενοι στον ένα (οζώδης βρογχοκήλη) ή και στους δύο λοβούς του αδένα (πολυοζώδης βρογχοκήλη).
Η συντριπτική πλειοψηφία των όζων δεν προκαλεί κάποιο ειδικό σύμπτωμα. Για το λόγο αυτό, οι μη ψηλαφητοί όζοι αποτελούν το συνηθέστερο εύρημα και ανακαλύπτονται τυχαία στα πλαίσια μίας απεικονιστικής εξέτασης του τραχήλου για άλλη πάθηση".
Ανεξάρτητα της λειτουργικότητάς τους, η πλειοψηφία των όζων είναι καλοήθης και συνεπώς δεν εγείρει κάποια ανησυχία. Ωστόσο, το 10% περίπου των όζων υποκρύπτει κάποιον καρκίνο του θυρεοειδούς αδένα, γεγονός που επιτάσσει την αναγνώριση και τη θεραπευτική αντιμετώπισή τους.
Στους παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα για την κακοήθη φύση (καρκίνος) ενός όζου περιλαμβάνονται:
⦁Το ανδρικό φύλο.
⦁Όζος πρωτοεμφανιζόμενος σε ηλικία μικρότερη των 20 ή μεγαλύτερη των 60 ετών.
⦁Ιστορικό ακτινοβολίας στην περιοχή του τραχήλου κατά την παιδική ηλικία.
⦁Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα σε έναν τουλάχιστον Α΄ βαθμού συγγενή.
⦁Συνύπαρξη διογκωμένων τραχηλικών λεμφαδένων.
⦁Σκληρός, αμετακίνητος όζος, με ανώμαλη επιφάνεια.
⦁Υπερηχογραφικά ευρήματα ύποπτα για κακοήθεια.
Η ανακάλυψη ενός ή περισσότερων όζων επιβάλλει τη διαγνωστική προσέγγισή τους, η οποία περιλαμβάνει:
⦁Την κλινική εξέταση του ασθενούς και τη λήψη ιστορικού.
⦁Τις αιματολογικές εξετάσεις, για την εκτίμηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών (T3, T4, TSH), των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων και της καλσιτονίνης.
⦁Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς αδένα, σε ασθενείς με όζους και σύγχρονο υπερθυρεοειδισμό.
⦁Το υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς αδένα και του τραχήλου, το οποίο αποτελεί την πιο ευαίσθητη απεικονιστική εξέταση για τη διερεύνηση των χαρακτηριστικών των όζων, εντοπίζοντας ή αποκλείοντας την ύπαρξη απεικονιστικών χαρακτηριστικών ύποπτων για κακοήθεια (υποηχογένεια, υπεραιμάτωση, ασαφή όρια, απουσία «δακτυλιδιού» πέριξ του όζου, ύπαρξη αποτιτανώσεων, συνύπαρξη διογκωμένων λεμφαδένων στον τράχηλο).
⦁Την παρακέντηση διά λεπτής βελόνης (FNA) και βιοψία υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση. Αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για την οριστική διάγνωση της φύσης του όζου, ενώ με την προσθήκη της υπερηχογραφικής καθοδήγησης βελτιώνεται θεαματικά η διαγνωστική ακρίβεια της μεθόδου.
Η σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση των όζων του θυρεοειδούς είναι πολυπαραγοντική, εξαρτώμενη κυρίως από την κατηγοριοποίηση του αποτελέσματος της βιοψίας της παρακέντησής τους. Για τους όζους που ταξινομούνται ως καλοήθεις (Bethesda II) δεν απαιτείται κάποια θεραπεία, παρά μόνο ο κλινικός και ακτινολογικός επανέλεγχός τους σε τακτά χρονικά διαστήματα. Οι όζοι που ταξινομούνται ως άτυποι (Bethesda III) χρήζουν επανάληψης της βιοψίας μετά την παρέλευση ενός ικανού χρονικού διαστήματος, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις απαιτείται η διαγνωστική χειρουργική εξαίρεσή τους.
Για τους όζους που κατηγοριοποιούνται ως ύποπτοι για κακοήθεια (Bethesda V) ή κακοήθεια (Bethesda VI), η χειρουργική θεραπεία (θυρεοειδεκτομή) αποτελεί τη θεραπεία εκλογής. Η χειρουργική θεραπεία προτείνεται, επίσης, και στους όζους με υποψία θυλακιώδους νεοπλάσματος (Bethesda IV), καθώς επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει μεγαλύτερο όφελος για τον ασθενή, συγκριτικά με τη διενέργεια μοριακού ελέγχου εκ του υλικού της βιοψίας του όζου.
Η θυρεοειδεκτομή απαιτείται επίσης στις ακόλουθες περιπτώσεις:
⦁Ύποπτου όζου στο υπερηχογράφημα κατηγοριοποιημένου ως Bethesda II ή III και συνύπαρξης άλλων παραγόντων κινδύνου για κακοήθεια (οικογενειακό ιστορικό, ιστορικό ακτινοβολίας του τραχήλου).
⦁Όζου μεγέθους > 4 εκατοστών.
⦁Όζου συνεχώς αυξανόμενου μεγέθους.
⦁Όζου που προκαλεί τοπικά συμπτώματα, όπως τοπικό πόνο και αίσθημα πίεσης στο λαιμό.
⦁Όζου μεγάλου μεγέθους που ενδέχεται να είναι ορατός και να προκαλεί αισθητικά προβλήματα.
⦁Όζου με συνοδό αυξημένη τιμή καλσιτονίνης αίματος.
⦁Όζου ή όζων που προκαλούν υπερθυρεοειδισμό
⦁ Όζου κυστικής μορφολογίας που επανεμφανίστηκε μετά από παρακέντηση διά λεπτής βελόνης.
Όσον αφορά στην επικινδυνότητα της θυρεοειδεκτομής, πολυάριθμες επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει πως τα βέλτιστα θεραπευτικά αποτελέσματα (ριζικότητα της επέμβασης και απουσία ενδεχόμενων επιπλοκών) επιτυγχάνονται όταν η επέμβαση πραγματοποιείται από εξειδικευμένο χειρουργό θυρεοειδούς αδένα.
Η εφαρμογή σύγχρονων εγχειρητικών τεχνικών, σε συνδυασμό με τον προσεκτικό σχεδιασμό της επέμβασης εξασφαλίζουν μειωμένο μετεγχειρητικό πόνο και παραμονή στην κλινική και ένα άριστο αισθητικό αποτέλεσμα που συνοδεύεται από μία καλύτερη ποιότητα ζωής, συγκριτικά με τις κλασικές τεχνικές θυρεοειδεκτομής".
Tags: Θυρεοειδής, όζοι θυρεοειδούς, όζος