ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Η ανεπάρκεια σιδήρου πληγώνει την καρδιά στους μεγαλύτερους

08 Οκτωβρίου 2021, 10:00

images

Tο 10% των νέων περιστατικών στεφανιαίας νόσου, που συμβαίνουν σε άτομα μέσης ηλικίας, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί προλαμβάνοντας την ανεπάρκεια σιδήρου, αναφέρει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Heart Failure.

«Πρόκειται για παρατηρητική μελέτη κι έτσι δε μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ανεπάρκεια σιδήρου προκαλεί καρδιακές παθήσεις. Ωστόσο, τα στοιχεία που δείχνουν ότι υπάρχει μια σύνδεση αυξάνονται, και τα ευρήματα αυτά παρέχουν τη βάση για περαιτέρω έρευνα που θα επιβεβαιώσει τα αποτελέσματα», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης, Δρ Benedikt Schrage από το Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι, σε ασθενείς με καρδιαγγειακές παθήσεις όπως είναι η καρδιακή ανεπάρκεια, η ανεπάρκεια σιδήρου συνδέθηκε με χειρότερα αποτελέσματα, όπως νοσηλεία και θάνατο. Την ίδια ώρα, η ενδοφλέβια θεραπεία με σίδηρο βελτίωσε τα συμπτώματα, τη λειτουργική ικανότητα και την ποιότητα ζωής σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και έλλειψη σιδήρου που συμμετείχαν στη δοκιμή FAIR-HF.

Η παρούσα μελέτη περιελάμβανε 12.164 άτομα από τρεις ευρωπαϊκές ομάδες πληθυσμού, με μέση ηλικία τα 59 έτη και το 55% να είναι γυναίκες. Κατά την έναρξη της μελέτης, αξιολογήθηκαν οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και συννοσηρότητες όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η υψηλή χοληστερίνη.

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες (με ανεπάρκεια σιδήρου και χωρίς) σύμφωνα με δύο ορισμούς: Πρώτον με απόλυτη ανεπάρκεια, που περιλαμβάνει μόνο τα αποθέματα σιδήρου (φερριτίνη) και δεύτερον με λειτουργική ανεπάρκεια, που περιλαμβάνει αποθέματα σιδήρου (φερριτίνη) και σίδηρο σε κυκλοφορία για χρήση από το σώμα (τρανσφερίνη).

Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για περιστατικά στεφανιαίας νόσου, εγκεφαλικού επεισοδίου, θανάτου λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων και θανάτου από οποιαδήποτε αιτία. Στη συνέχεια, ανέλυσαν το συσχετισμό ανάμεσα στην ανεπάρκεια σιδήρου και τα προαναφερθέντα περιστατικά μετά την προσαρμογή σε παράγοντες όπως είναι η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, η υψηλή χοληστερίνη, η αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης, ο Δείκτης Μάζας Σώματος και η φλεγμονή.

Κατά την έναρξη της μελέτης, το 60% των συμμετεχόντων είχε απόλυτη και το 64% είχε λειτουργική ανεπάρκεια σιδήρου. Κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης --13,3 ετών, σημειώθηκαν 2.212 θάνατοι (18,2%), εκ των οποίων 573 (4,7%) από καρδιαγγειακά αίτια. Περιστατικά στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου διαγνώσθηκαν σε 1.033 (8,5%) και 766 (6,3%) συμμετέχοντες αντίστοιχα.

Η λειτουργική ανεπάρκεια σχετίστηκε με 24% υψηλότερο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, 26% αυξημένο κίνδυνο  για καρδιαγγειακή θνησιμότητα και 12% αυξημένο κίνδυνο για θνησιμότητα από οποιαδήποτε αιτία, συγκριτικά με την απουσία λειτουργικής ανεπάρκειας σιδήρου. Αντίστοιχα, η απόλυτη ανεπάρκεια σχετίστηκε με 20% αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου συγκριτικά με ασθενείς χωρίς απόλυτη ανεπάρκεια, αλλά δεν συνδέθηκε με θνησιμότητα. Τέλος, δεν παρατηρήθηκαν συσχετισμοί ανάμεσα στα επίπεδα σιδήρου και τα περιστατικά εγκεφαλικού επεισοδίου.

Σε μια περίοδο 10 ετών, το 5,4% όλων των θανάτων, το 11,7% των καρδιαγγειακών θανάτων και το 10,7% των νέων διαγνώσεων στεφανιαίας νόσου αποδόθηκαν στη λειτουργική ανεπάρκεια σιδήρου.

«Η μελέτη έδειξε ότι η ανεπάρκεια σιδήρου ήταν ιδιαίτερα συχνή σε αυτό τον μεσήλικο πληθυσμό, καθώς σχεδόν τα 2/3 είχαν λειτουργική ανεπάρκεια. Τα άτομα αυτά είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρδιακές παθήσεις και επίσης ήταν πιο πιθανό να πεθάνουν μέσα στα επόμενα 13 χρόνια», ανέφερε ο ειδικός.

Σχετικά Άρθρα