ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Τα «έξυπνα ρολόγια» παρέχουν πρώιμη διάγνωση της νόσου Πάρκινσον

05 Ιουλίου 2023, 09:00

images

Τα "έξυπνα ρολόγια" μπορεί να βοηθήσουν στη διάγνωση της Nόσου Πάρκινσον έως και 7 χρόνια πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων, σύμφωνα με νέα μελέτη. Η ομάδα του Ερευνητικού Ινστιτούτου για την Άνοια του Ηνωμένου Βασιλείου στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ χρησιμοποίησε τεχνητή νοημοσύνη για να αναλύσει δεδομένα από 103.712 χρήστες έξυπνων ρολογιών.

Παρακολουθώντας την ταχύτητα της κίνησής τους σε μία εβδομάδα, μεταξύ 2013 και 2016, μπόρεσαν να προβλέψουν ποιοι θα παρουσίαζαν τη Νόσο Πάρκινσον. Η εγκεφαλική λειτουργία των ασθενών τείνει να φθίνει με την πάροδο των ετών.

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ακούσιο τρέμουλο, αργή κίνηση, δύσκαμπτους ή άκαμπτους μύες. Συχνά, όμως, από τη στιγμή που έχει γίνει η διάγνωση, έχει ήδη σημειωθεί υπερβολική, μη αναστρέψιμη βλάβη στα εγκεφαλικά κύτταρα.

Και δεδομένου ότι περίπου το 30% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου φορά έξυπνα ρολόγια, είπε η επικεφαλής της μελέτης Δρ Cynthia Sandor, μπορεί αυτά να προσφέρουν έναν φθηνό και αξιόπιστο τρόπο για τον εντοπισμό της νόσου του Πάρκινσον σε πρώιμο στάδιο.

«Δείξαμε εδώ ότι δεδομένα που συλλέγονται μέσα σε μια βδομάδα μπορούν να προβλέψουν γεγονότα που θα συμβούν έως και 7 χρόνια αργότερα», είπε.

«Με αυτά τα αποτελέσματα, θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε ένα πολύτιμο εργαλείο προσυμπτωματικού ελέγχου για να βοηθήσουμε στην έγκαιρη ανίχνευση της νόσου του Πάρκινσον.

«Αυτό έχει επιπτώσεις τόσο στην έρευνα, στη βελτίωση της στρατολόγησης σε κλινικές δοκιμές, όσο και στην κλινική πρακτική, στο να επιτρέπεται στους ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε θεραπείες σε πρώιμο στάδιο, στο μέλλον, όταν αυτές οι θεραπείες είναι διαθέσιμες».

Η μελέτη χρησιμοποίησε δεδομένα από τη UK Biobank, μια εις βάθος βάση δεδομένων υγείας με περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανθρώπους. Η ερευνητική ομάδα ευελπιστεί ότι αυτό θα μπορούσε τελικά να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο διαλογής.

Ωστόσο, απαιτούνται  περισσότερες μελέτες, οι οποίες θα συγκρίνουν αυτά τα ευρήματα με άλλα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν σε όλο τον κόσμο, για να ελεγχθεί πόσο ακριβή θα είναι, λένε οι ερευνητές, στο περιοδικό Nature Medicine όπου έκαναν τη δημοσίευση.



Σχετικά Άρθρα