Παράγοντες που σχετίζονται με τη γήρανση του εγκεφάλου και τον κίνδυνο άνοιας
03 Απριλίου 2024, 09:00
Νέα έρευνα δείχνει ότι παράγοντες, όπως ο διαβήτης, η κατανάλωση αλκοόλ και η ρύπανση που σχετίζεται το κυκλοφοριακό πρόβλημα, μπορεί να βλάψουν ένα τμήμα του εγκεφάλου που σχετίζεται με την εμφάνιση άνοιας. Οι συγγραφείς της νέας μελέτης ανέλυσαν δεδομένα - συμπεριλαμβανομένων σαρώσεων εγκεφάλου - 39.676 εθελοντών της Biobank του Ηνωμένου Βασιλείου. Μόνο λίγοι εξ αυτών είχαν λάβει διάγνωση άνοιας και η ηλικία των συμμετεχόντων κυμαίνονταν από 44 έως 83 έτη. Προηγουμένως είχαν εντοπίσει ένα «αδύναμο σημείο» στον εγκέφαλο που αναπτύσσεται αργά κατά την εφηβεία, επιδεινώνεται στα πρώιμα στάδια της γήρανσης και έχει συνδεθεί με την άνοια.
Οι συγγραφείς μελέτησαν τα αποτελέσματα 161 τροποποιήσιμων — και μερικών γενετικών — παραγόντων. Μεταξύ αυτών ήταν 7 αλλαγές στο γονιδίωμα που επηρεάζουν αυτό το «αδύναμο σημείο». Μερικά σχετίζονται με τη νόσο του Αλτσχάιμερ, τη νόσο του Πάρκινσον, τον αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακού θανάτου και τη σχιζοφρένεια.
Ο Δρ Logan DuBose, ιατρός στο Πανεπιστήμιο George Washington, που δεν συμμετείχε στη μελέτη, περιέγραψε αυτό το αδύναμο σημείο στον εγκέφαλο ως το δίκτυο που αναπτύσσεται τελευταίο υποβαθμίζεται πρώτο όσο μεγαλώνουμε.
«Η ερευνητική ομάδα εντόπισε περιοχές του εγκεφάλου που είναι οι πρώτες που αποδυναμώνονται στη νόσο του Αλτσχάιμερ, γνωστές ως «εγκεφαλικές περιοχές υψηλότερης τάξης», συμπεριλαμβανομένου του προμετωπιαίου φλοιού, του βρεγματικού φλοιού και του κροταφικού φλοιού, μεταξύ άλλων», είπε ο Δρ DuBose.
«Αυτές οι περιοχές», είπε, «συσχετίζονται με τη μακροπρόθεσμη μνήμη, τις εκτελεστικές εργασίες, τη μνήμη εργασίας και την προσοχή και επιδεινώνονται καθώς τα άτομα γερνούν ή σε καταστάσεις όπως το Αλτσχάιμερ».
Τα ευρήματα αυτής της νέας μελέτης, δείχνουν ότι αυτοί οι 3 παράγοντες είναι πιο πιθανό να οδηγήσουν στην υποβάθμιση αυτής της εύθραυστης περιοχής του εγκεφάλου: Ο διαβήτης, η κατανάλωση αλκοόλ και το διοξείδιο του αζώτου από την ατμοσφαιρική ρύπανση που σχετίζεται με το κυκλοφοριακό.
Ωστόσο, οι ερευνητές ζητούν να γίνουν περισσότερες και ευρύτερες μελέτες, προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα αυτά. Η μελέτη δημοσιεύεται στο Nature Communications.