ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Παγκόσμια Ημέρα Οστεοπόρωσης

20 Οκτωβρίου 2022, 09:00

images

Η οστεοπόρωση είναι νόσος που προσβάλει τα οστά μειώνοντας τη μάζα τους. Καθώς τα οστά γίνονται πιο πορώδη και πιο εύθραυστα, αυξάνεται ο κίνδυνος καταγμάτων. Η διαδικασία αυτή είναι σταδιακή και ασυμπτωματική, γεγονός που καταδεικνύει την ανάγκη τακτικού ελέγχου και της έγκαιρης διάγνωσης της νόσου.

Τα οστεοπορωτικά κατάγματα συμβαίνουν συνήθως στον καρπό, τη σπονδυλική στήλη και τα ισχία. Τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης, μπορεί να έχουν ως συνέπεια τη μείωση ύψους, οσφυϊκούς πόνους και παραμορφώσεις της σπονδυλικής στήλης, ενώ τα κατάγματα των ισχίων συνήθως απαιτούν χειρουργική αποκατάσταση.

Για την καμπάνια του 2022 ο ΠΟΥ αναδεικνύει τα 5 βήματα για πιο γερά οστά:



Καταστάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο 

- Αλκοολισμός: Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ διαταράσσει την ισορροπία του ασβεστίου και αυξάνει τα επίπεδα παραθυρεοειδούς ορμόνης (PTH), γεγονός που μειώνει περαιτέρω τα αποθέματα ασβεστίου. Επίσης, το αλκοόλ εμποδίζει την παραγωγή βιταμίνης D (απαραίτητης για την απορρόφηση του ασβεστίου), ενώ η χρόνια υπερβολική κατανάλωσή του μπορεί να μειώσει τα επίπεδα οιστρογόνων και να αυξήσει τα επίπεδα κορτιζόλης, η οποία είναι γνωστό ότι μειώνει το σχηματισμό οστού.

- Νευρογενής ανορεξία: Τα άτομα με νευρογενή ανορεξία, μπορεί να εμφανίσουν διατροφικές και ορμονικές διαταραχές που επηρεάζουν αρνητικά την οστική πυκνότητα. Το χαμηλό σωματικό βάρος στις γυναίκες, οδηγεί σε μείωση των οιστρογόνων και σε σημαντική απώλεια οστικής πυκνότητας, ενώ επίσης αυξάνει τα επίπεδα κορτιζόλης. Επιπλέον, η μείωση των αυξητικών παραγόντων, η ανεπάρκεια ασβεστίου και ο υποσιτισμός συμβάλλουν στην οστική απώλεια.

- Αρθρίτιδα: Μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα με οστεοαρθρίτιδα έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν οστεοπόρωση. Αντιθέτως, τα άτομα με ρευματοειδή αρθρίτιδα (ΡΑ), έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν οστεοπόρωση, καθώς ορισμένα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της ΡΑ μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη οστεοπόρωσης.

- Άσθμα: Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, γνωστά ως γλυκοκορτικοειδή, τα οποία χορηγούνται στα άτομα με άσθμα, μειώνουν την απορρόφηση ασβεστίου από την τροφή, αυξάνουν την απώλεια ασβεστίου από τους νεφρούς και μειώνουν το σχηματισμό οστού. Επίσης, τα κορτικοστεροειδή επηρεάζουν την παραγωγή φυλετικών ορμονών, αυξάνοντας έτσι την οστική απώλεια. Πολλοί ασθματικοί θεωρούν λανθασμένα ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα προκαλούν κρίσεις άσθματος και τα αποφεύγουν, όπως επίσης αποφεύγουν και τη σωματική άσκηση.

- Ακινησία: Η άσκηση που αναγκάζει το σώμα να κινηθεί κατά της βαρύτητας δυναμώνει τα οστά (βάδισμα, τρέξιμο, ανέβασμα σκάλας, τένις, χορός, άρση βαρών - η κολύμβηση και η ποδηλασία είναι ασκήσεις που δεν απαιτούν δράση κατά της βαρύτητας). Ενώ οι κατάλληλες ασκήσεις συμβάλλουν στην ανάπτυξη και τη διατήρηση της οστικής μάζας, η ακινησία μπορεί να οδηγήσει σε οστική απώλεια.

- Καρκίνος του μαστού: Η χημειοθεραπεία προκαλεί μείωση της ωοθηκικής λειτουργίας και, επομένως, μείωση των οιστρογόνων, ενώ μπορεί να έχει και άμεσες αρνητικές επιδράσεις στα οστά. Επίσης, ο ίδιος ο καρκίνος του μαστού μπορεί να διεγείρει την παραγωγή οστεοκλαστών, των κυττάρων που καταστρέφουν τα οστά.

- Κοιλιοκάκη: Η κοιλιοκάκη είναι μια κληρονομική διαταραχή κατά την οποία ο οργανισμός εμφανίζει δυσανεξία στη γλουτένη. Όταν τα άτομα με κοιλιοκάκη καταναλώσουν τροφές που περιέχουν γλουτένη, το ανοσοποιητικό τους σύστημα επιτίθεται και καταστρέφει το επιθήλιο του λεπτού εντέρου, με αποτέλεσμα το λεπτό έντερο να μην μπορεί να απορροφήσει θρεπτικά στοιχεία, όπως το ασβέστιο.

- Διαβήτης: Ο διαβήτης τύπου 1 (ΔΤ1) σχετίζεται με χαμηλή οστική πυκνότητα, αν και οι ερευνητές δεν γνωρίζουν το ακριβές αίτιο. Η σχέση αυτή μπορεί να οφείλεται στην ανεπάρκεια ινσουλίνης (η ινσουλίνη προάγει την αύξηση και την ισχύ των οστών), στις κυτοκίνες (ουσίες που παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη τόσο του ΔΤ1 όσο και της οστεοπόρωσης), στο γεγονός ότι πολλά άτομα με ΔΤ1 πάσχουν επίσης από κοιλιοκάκη ή στην καθιστική ζωή που ακολουθούν πολλά άτομα με διαβήτη.

- Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου: Τα άτομα με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου συχνά λαμβάνουν γλυκοκορτικοειδή, τα οποία μακροχρόνια μειώνουν την ανάπτυξη και διατήρηση υγιών οστών. Επίσης, τα άτομα με βαριά νόσο ή αυτά που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση τμημάτων του λεπτού εντέρου , μπορεί να έχουν δυσκολία στην απορρόφηση του ασβεστίου και της βιταμίνης D.

- Δυσανεξία στη λακτόζη: Οι μελέτες σχετικά με τις συνέπειες που έχει η δυσανεξία στη λακτόζη στην πρόσληψη ασβεστίου έχουν δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Πάντως, τα άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη θα πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα ώστε να λαμβάνουν αρκετό ασβέστιο και να ακολουθούν τις βασικές στρατηγικές για την οικοδόμηση και τη διατήρηση υγιών οστών.

- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (SLE): Τα άτομα με SLE έχουν αυξημένο κίνδυνο για οστεοπόρωση, κυρίως λόγω των γλυκοκορτικοειδών που λαμβάνουν, καθώς και λόγω της ακινησίας στην οποία οδηγούνται εξαιτίας του πόνου και της κόπωσης που προκαλεί η νόσος. Η οστική απώλεια μπορεί να είναι και άμεσο αποτέλεσμα του λύκου, ενώ 90% των ατόμων που πάσχουν από λύκο είναι γυναίκες, μια ομάδα με ήδη αυξημένο κίνδυνο οστεοπόρωσης.

- Ατελής οστεογένεση (osteogenesis imperfecta, ΟΙ): Η OI είναι μια γενετική διαταραχή που μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να παράγει κολλαγόνο και χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλη ευθραυστότητα των οστών. Σχεδόν όλα τα άτομα με ΟΙ έχουν οστεοπόρωση, διότι δεν αναπτύσσουν κατάλληλη οστική μάζα σε καμία ηλικία. Η οστική απώλεια μπορεί να εμφανιστεί σε νεαρότερη ηλικία από ό,τι στον γενικό πληθυσμό, ενώ η αύξηση της ηλικίας αυξάνει περαιτέρω τον κίνδυνο κατάγματος.

- Κάπνισμα: Δεν είναι εύκολο να καθοριστεί αν η σχέση μεταξύ καπνίσματος και μειωμένης οστικής πυκνότητας οφείλεται στο ίδιο το κάπνισμα ή σε άλλους παράγοντες κινδύνου που είναι κοινοί στους καπνιστές. Για παράδειγμα, σε πολλές περιπτώσεις οι καπνιστές είναι πιο αδύνατοι, τείνουν να πίνουν περισσότερο αλκοόλ, ασκούνται λιγότερο και δεν ακολουθούν υγιεινή διατροφή. Οι γυναίκες που καπνίζουν τείνουν να έχουν εμμηνόπαυση νωρίτερα.

Πηγή: NIAMS (National Institute of Arthritis and Musculoskeletal and Skin Diseases) www.niams.nih.gov

Σχετικά Άρθρα