Νοσογόνος παχυσαρκία: Μεγάλη απειλή για τη δημόσια υγεία
04 Απριλίου 2024, 16:00
Η παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας, με σοβαρές ιατρικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Εντάσσεται στη Διεθνή Ταξινόμηση Νόσων (ICD) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), ο οποίος την αναγνωρίζει και επίσημα ως νόσημα. Εάν ο ρυθμός εξάπλωσης της παχυσαρκίας συνεχίσει να παραμένει ο ίδιος, εκτιμάται ότι το έτος 2030 το 38% του παγκόσμιου ενηλίκου πληθυσμού θα είναι υπέρβαρο και το 25% παχύσαρκο. Μάλιστα, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα δεδομένα είναι άκρως ανησυχητικά, καθώς προβλέπεται ότι σε δέκα χρόνια από τώρα, το 55% των ενηλίκων θα είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Τα δεδομένα είναι ανησυχητικά και για την Ελλάδα, η οποία δυστυχώς παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας και νοσογόνου παχυσαρκίας στην Ευρώπη, τόσο στους ενήλικες, όσο και στους εφήβους και τα παιδιά. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα (έτος 2022), 37,9% των ενηλίκων στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι είναι υπέρβαροι, 24,9% παχύσαρκοι, ενώ το 41,2% των παιδιών ηλικίας 10-12 ετών είναι παχύσαρκα ή υπέρβαρα.
«Αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν τη σοβαρότητα της νοσογόνου παχυσαρκίας και προκαλούν βαθιά ανησυχία για το μέλλον του πληθυσμού μας», αναφέρει ο κ. Παναγιώτης Λαϊνάς Διευθυντής του Κέντρου Χειρουργικής Νοσογόνου Παχυσαρκίας & Μεταβολικών Νοσημάτων του Metropolitan Hospital, υπεύθυνος Τμήματος Παχυσαρκίας Διαγνωστικών Κέντρων.
Η παχυσαρκία εκτιμάται με το Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ, ή BMI: Βody Μass Ιndex), ο οποίος παρουσιάζει ευθεία συσχέτιση με την ποσότητα του σωματικού λίπους, τόσο στα παιδιά, όσο και στους ενήλικες. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ, στους ενήλικες το υπερβάλλον βάρος καθορίζεται ως ΔΜΣ 25-30 kg/m2, ενώ η παχυσαρκία ορίζεται ως ΔΜΣ ίσος ή μεγαλύτερος από 30 kg/m2. Η νοσογόνος παχυσαρκία αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου ο ΔΜΣ υπερβαίνει τα 40 kg/m2 ή υπερβαίνει τα 35 kg/m2 με τουλάχιστον ένα συνοδό νόσημα παχυσαρκίας.
Για τη διάγνωσή της, απαιτείται έλεγχος των φυσιολογικών τιμών (όρια) του δείκτη μάζας σώματος (kg/m2), οι οποίες έχουν ως εξής:
Λιποβαρές: < 20 kg/m2.
Φυσιολογικό βάρος: 20-24.9 kg/m2.
Υπέρβαρο: 25-29.9 kg/m2.
Παχυσαρκία κατηγορίας Ι: 30-34.9 kg/m2.
Παχυσαρκία κατηγορίας ΙΙ: 35-39.9 kg/m2.
Παχυσαρκία κατηγορίας ΙΙΙ: ≥ 40 kg/m2.
«Παρόλο που υπάρχουν γενετικές, συμπεριφορικές, ορμονικές και μεταβολικές επιδράσεις στο σωματικό βάρος, η παχυσαρκία εμφανίζεται όταν γίνεται πρόσληψη περισσότερων θερμίδων από αυτές που μπορεί να κάψει κάποιος μέσω της άσκησης και των καθημερινών του δραστηριοτήτων, συνεπώς το σώμα αποθηκεύει αυτές τις περίσσιες θερμίδες ως λίπος», εξηγεί ο ειδικός.
Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
Κληρονομικότητα και οικογενειακές επιρροές.
Μη υγιεινή διατροφή.
Καθιστική ζωή.
Ορισμένες ασθένειες, όπως σύνδρομο Prader-Willi ή σύνδρομο Cushing.
Φάρμακα, όπως αντικαθλιπτικά, αντιεπιληπτικά, αντιψυχωσικά, στεροειδή και β-αποκλειστές.
Κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα.
Έλλειψη ύπνου.
Άγχος.
«Η νοσογόνος παχυσαρκία αναδεικνύεται ως υπεύθυνη για την εκδήλωση πολλών σοβαρών παθήσεων, καθώς και για τη μείωση του προσδόκιμου ζωής των ασθενών. Οι παθήσεις που αιτιολογικά συνδέονται με την υπερβάλλουσα συσσώρευση σωματικού λίπους, αποκαλούνται συννοσηρότητες της παχυσαρκίας», προσθέτει ο ειδικός.
Μερικές από τις συχνότερες συννοσηρότητες της νοσογόνου παχυσαρκίας είναι:
Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2.
Αρτηριακή υπέρταση και καρδιαγγειακά προβλήματα.
Προβλήματα στις αρθρώσεις.
Αναπνευστικές διαταραχές και σύνδρομο υπνικής άπνοιας.
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση.
Δυσλιπιδαιµία.
Υπογονιμότητα και διαταραχές της περιόδου.
Χολολιθίαση.
Ακράτεια ούρων.
Κατάθλιψη.
Μεγάλη αύξηση κινδύνου εκδήλωσης κάποιων μορφών καρκίνου.
«Αντίθετα με τις κοινές πεποιθήσεις, οι συμπεριφορικές διαταραχές, όπως η διατροφή και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, καθώς και οι διακρίσεις και η περιθωριοποίηση που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες, αποτελούν πιο επιβαρυντικούς παράγοντες σε σύγκριση με τις απλές αιτίες. Ως εκ τούτου, η θεραπεία της νοσογόνου παχυσαρκίας αντιμετωπίζει δυσκολίες, καθώς πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και να λαμβάνει υπόψη την ψυχολογία και όλα τα στοιχεία της καθημερινότητας του ασθενούς.
Δυστυχώς, η πλειονότητα των περιπτώσεων νοσογόνου παχυσαρκίας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο μέσω αλλαγών στις διατροφικές συνήθειες και την άσκηση. Στατιστικά δεδομένα έχουν αποδείξει ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό ασθενών με σοβαρή παχυσαρκία έχει επιτύχει την αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω διαιτητικών και γυμναστικών προσπαθειών, ενώ η αποτυχία σε αυτές τις προσπάθειες οδηγεί συνήθως σε απογοήτευση και επιδείνωση του προβλήματος.
Η χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, ή βαριατρική χειρουργική, αποτελεί αποδεδειγμένα την πιο αποτελεσματική λύση για τη μόνιμη αντιμετώπιση της νόσου και τη βελτίωση της υγείας των ασθενών, τη θεραπεία των συνοδών νοσημάτων, καθώς επίσης και τη μείωση του αριθμού των θανάτων που συνδέονται με τη νοσογόνο παχυσαρκία», επισημαίνει ο κ. Λαϊνάς.