Η Υγεία να μείνει αλώβητη από πολιτική εκμετάλλευση
25 Οκτωβρίου 2022, 13:09
*της Δρος Ανδρούλλας Ελευθερίου
Με κάτι παραπάνω από 100 ημέρες να απομένουν μέχρι τις επερχόμενες Προεδρικές του Φεβρουαρίου και τον προεκλογικό πυρετό να έχει ανέβει στα ύψη, τα κομματικά επιτελεία επεξεργάζονται θέσεις και σχεδιασμούς που θα καθορίσουν τις πολιτικές της επόμενης μέρας γύρω από τα μείζονα θέματα που απασχολούν την κυπριακή κοινωνία.
Καθοριστικές θα είναι αυτές οι διεργασίες και για τη διαμόρφωση της μελλοντικής ατζέντας του τομέα της Υγείας στη χώρα μας και πρωταγωνιστή τη μεταρρύθμιση του ΓεΣΥ που θα εισέλθει στη «νέα εποχή» με πολλά ανοικτά και φλέγοντα μέτωπα.
Αυτή η «νέα εποχή» χαρακτηρίζεται περισσότερο από ποτέ άλλοτε από πρωτόγνωρες προκλήσεις για τα συστήματα υγείας, όπως η συνεχής γήρανση του πληθυσμού, η αύξηση των χρονίως πασχόντων, η κλιματική αλλαγή και οι συνοδές επιδημίες, οι επιπτώσεις των οποίων εντείνονται ταχύτατα όπως κατέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο η πρόσφατη λαίλαπα του κορωνοϊού. Καθίσταται πρόδηλη, συνεπώς, η σημασία της διαρκούς ενίσχυσης και του εθνικού μας συστήματος υγείας, όχι μόνο για να θωρακιστεί απέναντι στους κλυδωνισμούς νέων υγειονομικών απειλών, αλλά για να ανταποκρίνεται αποτελεσματικότερα στη μελλοντική ζήτηση για υπηρεσίες υγείας και τις διαρκώς εξελισσόμενες και τροποποιούμενες ανάγκες των πολιτών.
Παράλληλα, στη «νέα εποχή» αποκτά σημαίνοντα ρόλο και αξία η στήριξη της καινοτομίας, καθώς με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας η λειτουργική, οικονομική και, το σπουδαιότερο, ανθρωπιστική αποδοτικότητα των συστημάτων υγείας μπορεί να αυξηθεί σημαντικά.
Σε ό, τι αφορά την Κύπρο ειδικότερα, το ΓεΣΥ, ως μείζων επένδυση στην ευζωία της κοινωνίας, έχει οδηγήσει σε αξιόλογες βελτιώσεις στην παροχή υγειονομικών υπηρεσιών καθολικής πρόσβασης, χαίροντας, παράλληλα, της αποδοχής και εμπιστοσύνης της συντριπτικής πλειονότητας του κυπριακού πληθυσμού. Από την άλλη, πρέπει να υπάρξει και η παραδοχή πως το σύστημα είναι διάστικτο από προβλήματα και ελλείψεις, και κυρίως από σοβαρές καθυστερήσεις στην προώθηση και υλοποίηση βελτιωτικών ρυθμίσεων και αλλαγών. Ενώ, δηλαδή, τα ακανθώδη ζητήματα του τομέα της Υγείας είναι λίγο πολύ γνωστά, συζητιούνται με τους αρμόδιους φορείς και αναδεικνύονται στη δημοσιότητα, οι όποιες προσπάθειες για την πρακτική επίλυσή τους κινούνται με απελπιστικά βραδείς ρυθμούς.
Οι δε προκλήσεις και αδυναμίες του ΓεΣΥ δεν αντιμετωπίζονται ολιστικά, αλλά με επιμέρους παρεμβάσεις (π.χ. έλλειψη φαρμάκων, ένταξη ιδιωτικών ΤΑΕΠ στο ΓεΣΥ, κλπ.). Κι όμως, η ιδέα της «διαδρομής φροντίδας» ενός ανθρώπου μέσω ενός ολιστικού συστήματος υγείας, που τον παραλαμβάνει και τον κρατά υγιή, μεριμνά γι’ αυτόν όταν αρρωστήσει, και τον αποκαθιστά μετά την ανάρρωσή του, είναι ακριβώς αυτό που θα περίμενε κάποιος να συμβαίνει σε μία χώρα πολιτισμένη και εμπνεόμενη από ανθρωπιστικές αξίες.
Ως εκ τούτου, βρίσκονται ακόμη – και πιθανότητα θα παραμείνουν, ενόψει της προεκλογικής περιόδου – στάσιμα, καίρια προβλήματα στην υγεία που αναζητούν λύσεις. Ορισμένα εξ αυτών σταχυολογώ ενδεικτικά πιο κάτω:
-Υποχρηματοδότηση - είμαστε η 20η χώρα στην ΕΕ σε δαπάνες για την υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ και σταθερά πιο κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, σύμφωνα με το «Προφίλ Υγείας 2021 [1]» του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
-Μεγάλη καθυστέρηση στην αυτονόμηση των δημόσιων νοσηλευτηρίων, με τα διαθρωτικά, λειτουργικά και επιχειρησιακά προβλήματα να έχουν συσσωρεύσει παθογένειες οι οποίες αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της διοικητικής, διευθυντικής και οργανωτικής τους δομής. Υπό αυτές τις συνθήκες, εγείρονται σημαντικές ανησυχίες για το κατά πόσο τα δημόσια νοσηλευτήρια θα μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τα αντίστοιχα ιδιωτικά, τα οποία «ξεφυτρώνουν» διαρκώς, χωρίς κανέναν έλεγχο ή φραγμό από μέρους του κράτους.
-Δεν υπάρχουν δείκτες ελέγχου απόδοσης (outcomes) και συστήματα διασφάλισης ποιότητας της παρεχόμενης υγειονομικής φροντίδας, ούτε για τους κρατικούς, ούτε και για τους ιδιωτικούς φορείς και παρόχους υγείας.
-Απουσία πανεπιστημιακού νοσοκομείου ή κλινικών στα δημόσια νοσηλευτήρια, γεγονός προσβλητικό για τη χώρα μας που λειτουργεί εις βάρος και της ακαδημαϊκής και της ιατρικής κοινότητας.
-Έλλειψη ψηφιοποίησης και ενός οργανωμένου και πλήρους ψηφιακού φακέλου ασθενούς που να συνδέει την παρακολούθηση της υγείας με την ευζωία κάθε πολίτη.
-Απουσία εθνικού φορέα/οργανισμού για τη προστασία, ενίσχυση και βελτίωση της δημόσιας υγείας, ο κρίσιμος ρόλος του οποίου διεφάνη ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια της πρόσφατης πανδημίας.
-Απουσία οργανωμένης μετα-νοσοκομειακής φροντίδας για τους ασθενείς (αποκατάστασης ή ανακούφισης).
-Καθυστέρηση στην αναδιοργάνωση του Υπουργείου Υγείας, το οποίο θα πρέπει να λάβει εποπτικό ρόλο επί της υλοποίησης των πολιτικών υγείας.
Αναμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως και πολλοί άλλοι συμπολίτες μας, να ακούσω προσεχώς τις προγραμματικές θέσεις των υποψηφίων για την Προεδρία της Δημοκρατίας για την Υγεία και πως ακριβώς προτίθενται να τις υλοποιήσουν. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, ωστόσο, και με δεδομένο ότι η Υγεία πρέπει να είναι υπερβατική και απαλλαγμένη από υστερόβουλες προθέσεις και σκοπιμότητες, οι πολιτικές υγείας που θα εφαρμοστούν πρέπει να είναι ασθενοκεντρικές, ευέλικτες, βασισμένες σε πραγματικά δεδομένα και, προπάντων, να εφαρμόζονται στην πράξη προς όφελος των πολιτών το ταχύτερο δυνατόν. Επίσης, είναι απαραίτητος ο ανεξάρτητος, συστηματικός και τεκμηριωμένος έλεγχος, με στόχο την έγκαιρη λήψη και εφαρμογή διορθωτικών μέτρων, όταν αυτό απαιτείται. Τόσο η επιβράβευση, όσο και η λογοδότηση πρέπει να είναι ενταγμένες στο πλαίσιο του ελέγχου.
Το ζητούμενο, άλλωστε, είναι ένα σύστημα υγείας καλύτερα προσαρμοσμένο στο σήμερα, και το σπουδαιότερο, σε ετοιμότητα για το άγνωστο αύριο και τις πολλές προκλήσεις που φέρνει μαζί του. Ένα σύστημα που θα πρέπει όχι μόνο να εκτελεί την αποστολή του, που είναι η επίτευξη ψυχικής, σωματικής και κοινωνικής υγείας των κατοίκων της χώρας, αλλά και, λειτουργώντας άψογα, να διασφαλίζει τον σεβασμό της αξιοπρέπειάς τους.
*Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου
Ιολόγος BSC, MSc, PhD
Εκτελεστική Διευθύντρια Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)