Τέλος στη βακτηριακή κολπίτιδα
12 September 2019, 18:09
Οι γυναίκες έχουν στον κόλπο τους φυσική χλωρίδα από βακτήρια που διατηρούν την περιοχή «μικροβιακά» καθαρή. Αν για οποιοδήποτε λόγο αυτή η ισορροπία στους πληθυσμούς των «καλών» βακτηριδίων διαταραχτεί (αυξηθούν πολύ ή μειωθούν), τότε η γυναίκα παθαίνει κολπίτιδες. Αυτό τις κάνει εκτός από το να βιώνουν επώδυνα συμπτώματα, να είναι και επιρρεπείς στο να κολλούν σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.
Κι ενώ υπάρχουν φάρμακα για την αντιμετώπιση των μολύνσεων στον κόλπο, πάντως οι καταστάσεις αυτές έχουν αρκετή ταλαιπωρία καθώς εμφανίζονται πολύ συχνά επιμολύνσεις και τελικά η γυναίκα κινδυνεύει να παρουσιάσει ακόμα και πολύ σοβαρότερα νοσήματα στην περιοχή.
Για να αποφύγουν όλα αυτά, Αμερικανοί βρίσκονται σε διαδικασία ανάπτυξης μίας μεθόδου μεταμόσχευσης υγιών κολπικών υγρών από κόλπο νέων γυναικών χωρίς τέτοιες διαταραχές, σε αυτές που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Όπως αναφέρουν από την Mayo Clinic, «οι βακτηριακές κολπίτιδες εμφανίζονται πιο συχνά σε γυναίκες μεταξύ 15 και 44 ετών και οφείλονται στην ανάπτυξη βακτηριδίων που θα έπρεπε να έχουν περιορισμένο πληθυσμό στα υγρά του κόλπου».
Η αιτία που συμβαίνει αυτό δεν είναι ακόμα εντελώς σαφής. Πιστεύουν ότι οι επαφές με διάφορους ερωτικούς συντρόφους συντελεί αλλά έχουν παρατηρήσει τέτοιες λοιμώξεις και σε γυναίκες που δεν έχουν παρά έναν σύντροφο. Το αποτέλεσμα είναι ότι όταν εντοπιστεί το πρόβλημα δίνουν αντιβιοτικά αλλά η ασθένεια δεν εκριζώνεται και επιστρέφει.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins δημοσίευσαν πρόσφατα στην ιατρική επιθεώρηση Frontiers in Cellular and Infection Microbiology, την μελέτη τους για τη μεταμόσχευση κολπικών υγρών ως θεραπευτική προσέγγιση στις κολπίτιδες που επιστρέφουν.
Στην κλινική εφαρμογή της μεθόδου τους χρειάστηκε να βρουν με πολύ αυστηρά κριτήρια δότριες κολπικού υγρού. Στην επιλογή έλαβαν μέρος 20 γυναίκες από τις οποίες είχαν κάνει λήψη δειγμάτων αίματος, ούρων και κολπικών υγρών και είχαν πάρει λεπτομερές ιατρικό ιστορικό.
Όπως αποδείχτηκε, το 35% εξ αυτών ήταν κατάλληλο για να γίνει δότρια καθώς είχαν ικανό αριθμό lactobacillus και χαμηλό pH. Τους ζήτησαν να μην έρθουν σε σεξουαλική επαφή επί 30 ημέρες, της υπέβαλαν σε τεστ HIV (ιός του aids) και τελικά τους πήραν τα δείγματα.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της μελέτης, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Johns Hopkins, Δρ Laura Ensign «από την στιγμή που σύμφωνα με το πρωτόκολλο ασφάλειας έχει κριθεί μια γυναίκα ασφαλής δότρια, μπορεί να μας δώσει δείγμα αρκετές φορές. Άλλωστε πρέπει να εξετάσουμε και γιατί αυτές οι γυναίκες έχουν τόσο κατάλληλα κολπικά υγρά επειδή κι αυτή η γνώση θα μας βοηθήσει». Με τον FDA (Food and Drug Administration) να έχει δώσει ήδη την έγκριση για την εφαρμογή της μεθόδου, τώρα όλα είναι έτοιμα για να ξεκινήσουν τις πρώτες δοκιμές σε ασθενείς.