Προβλήματα γονιμότητας και για τους μεγαλύτερους άνδρες
12 Μαΐου 2021, 18:00
Έρευνες που εξετάζουν το κατά πόσο η ηλικία των αντρών επηρεάζει τη γονιμότητα δείχνουν ότι η ποιότητά της φθίνει με τον καιρό. Αυτό επισημαίνει ο Δρ Michael Carroll αναπληρωτής καθηγητής αναπαραγωγικής υγείας από το Πανεπιστήμιο του Manchester σε άρθρο του που δημοσιεύεται στο The Conversation.
Στις γυναίκες, όσο περνούν τα χρόνια τόσο ο αριθμός όσο και η ποιότητα των ωαρίων εξασθενούν. Όλα τα ωάρια που θα έχει μια γυναίκα για την αναπαραγωγική της ζωή καθορίζονται πριν γεννηθεί, μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται ωογένεση. Μέχρι την 20ή εβδομάδα της κύησης, ένα θηλυκό έμβρυο έχει περίπου 6 έως 7 εκατομμύρια γεννητικά κύτταρα, όλα με τη δυνατότητα να μετατραπούν σε ωάρια. Έπειτα, ο αριθμός των γεννητικών κυττάρων μειώνεται απότομα. Αυτά που παραμένουν αναπτύσσονται σε πρωτογενή ωοκύτταρα ή σε ανώριμα ωάρια.
Αυτά τα ανώριμα κύτταρα ωαρίων αλλάζουν και στη συνέχεια σχηματίζουν κάποια πρωταρχικά ωοθυλάκια τα οποία περιέχουν από ένα ωάριο. Αυτά τα πρωταρχικά ωοθυλάκια θα μείνουν έτσι μέχρι την εφηβεία, την περίοδο που θα έχουν γίνει 400.000 με 500.000. Με το ξεκίνημα της εφηβείας και μέχρι την εμμηνόπαυση, τα πρωταρχικά ωοθυλάκια είναι ενεργά και σιγά -σιγά ωριμάζουν. Κάθε μήνα, ένα ώριμο ωάριο θα απελευθερωθεί στη σάλπιγγα. Όσο όμως μια γυναίκα μεγαλώνει και πλησιάζει τα 40 χρόνια, ο αριθμός των ωοθυλακιών φθίνει ενώ τα ανώριμα ωάρια μπορούν να μείνουν έτσι ως και 50 χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος, είναι πιθανό να συσσωρεύσουν χρωμοσωμικές ανωμαλίες με το πέρασμα του χρόνου, αυξάνοντας τον κίνδυνο παθήσεων όπως το Σύνδρομο Down.
H γήρανση των ωαρίων και η συνεχόμενη πτώση στον αριθμό τους είναι οι δύο παράγοντες υπεύθυνοι για την περιορισμένη γονιμότητα των γυναικών. Αυτή η μείωση της γονιμότητας εμφανίζεται πιο απότομα μετά την ηλικία των 35 ετών όπου θα υπάρχουν περίπου 25.000 ωάρια στις ωοθήκες της. Μέχρι όμως την εμμηνόπαυση θα απομείνουν μόνο 1.000 αυγά.
Η γονιμότητα των αντρών
Η γονιμότητα των αντρών από την άλλη δε σταματά τόσο απότομα όσο των γυναικών. Οι όρχεις μπορούν ακόμα να παράγουν την τεστοστερόνη και τα σπερματοζωάρια, με αποτέλεσμα οι άντρες να μπορούν να γίνουν πατέρες μέχρι και την ηλικία των 90 ετών. Παρόλα αυτά, αυτό δε σημαίνει ότι δεν επηρεάζεται η γονιμότητα με το πέρασμα των χρόνων...
Έτσι, ενώ υπάρχει παραγωγή σπέρματος, η ποιότητα του αλλάζει. Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων, η κινητικότητά τους και η μορφολογία τους είναι γνωστό ότι αλλάζουν με την ηλικία. Μια έρευνα που εξέτασε την ποιότητα των σπερματοζωαρίων σε 5,081 άντρες ηλικίας 16,5 με 72 ετών έδειξε ότι ότι η πυκνότητα της εκσπερμάτισης, η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων και η μορφολογία τους δεν άλλαξαν πριν από την ηλικία των 34 ετών. Ωστόσο, η πυκνότητα των σπερματοζωαρίων και η φυσιολογική του μορφολογία ελαττώθηκαν μετά την ηλικία 40 ετών. Η κινητικότητα του σπέρματος μειώθηκε μετά την ηλικία των 43 ετών και ο όγκος εκσπερμάτισης μετά από τα 45 έτη. Το 2015 μια μετα-ανάλυση, χρησιμοποιώντας στοιχεία από 90 άλλες μελέτες, συσχέτισε την ηλικία των αντρών με την μείωση του όγκου του σπέρματος, του συνολικού αριθμού, της κινητικότητας και της φυσιολογικής μορφολογίας των σπερματοζωαρίων.
Η μεγαλύτερη ηλικία του πατέρα μπορεί να έχει και αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των παιδιών.
Οι ηλικιωμένοι μπορούν να παρουσιάσουν βλάβες και μεταλλάξεις στο DNA του σπέρματος που μπορεί να οδηγήσουν σε μη φυσιολογικές κυήσεις, λόγω της γονιμοποίησης με αλλοιωμένο σπέρμα. Εικάζεται ότι οι απόγονοι των μεγαλύτερων ηλικιακά πατέρων παρουσιάζουν υψηλότερες πιθανότητες γενετικών ανωμαλιών και νευροψυχιατρικών διαταραχών όπως ο αυτισμός, η ψύχωση και διπολική διαταραχή.
Σε μια πρόσφατη έρευνα στο British Medical Journal οι άντρες ηλικίας 45 ετών και άνω είχαν αυξημένες πιθανότητες τα παιδιά τους να γεννηθούν πρόωρα, με χαμηλό βάρος γέννησης και με χαμηλή βαθμολογία Apgar – βαθμολογία που χρησιμοποιήθηκε για να ελέγξει την υγεία ενός νεογέννητου – σε σύγκριση με τους νεότερους. Επιπλέον, τα παιδιά των ηλικιωμένων πατέρων ηλικίας άνω των 55 ετών είχαν περισσότερες πιθανότητες να εισαχθούν σε μονάδα εντατικής θεραπείας νεογνών.