Σοβαρές επιπτώσεις χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας
28 Μαρτίου 2025, 07:18

Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, είναι μια από τις πιο σοβαρές πνευμονικές παθήσεις, η οποία προκαλεί αρκετά περιστατικά θνησιμότητας παγκοσμίως, ωστόσο δεν είναι αρκετά γνωστή όσο άλλες πνευμονολογικές ασθένειες, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα.
Σύμφωνα με τον Πνευμονολόγο Φυματιολόγο Δρ. Χάρη Αρμεύτη στην Κύπρο δεν γνωρίζουμε καν το ποσοστό των ατόμων με ΧΑΠ λόγω απουσίας δεδομένων, κενό το οποίο μπορεί να καλυφθεί μέσω του λογισμικού του ΓεΣΥ.
Τόνισε ωστόσο, ότι με την έλλειψη δεδομένων για ένα αρκετά προβληματικό γεγονός, δεν μπορεί να γίνει η απαραίτητη προετοιμασία για πρόληψη και αντιμετώπιση της πάθησης.
Αιτίες και συμπτώματα
Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια από τις πιο κοινές χρόνιες πνευμονικές παθήσεις παγκοσμίως, με σημαντική επίπτωση στη δημόσια υγεία, ιδιαίτερα λόγω των υψηλών ποσοστών αναπηρίας και της θνησιμότητας που προκαλεί, με 3,2 εκατομμύρια θανάτους ετησίως.
Σύμφωνα με τον Δρ. Αρμεύτη, η ΧΑΠ είναι από τις παθήσεις που παρά τη θνησιμότητα που προκαλεί δεν είναι εξίσου γνωστή όσο ο καρκίνος του πνεύμονα, όσον αφορά τις πνευμονολογικές παθήσεις, ενώ αποτελεί την τέταρτη κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως.
Η ΧΑΠ περιλαμβάνει το εμφύσημα και τη χρόνια βρογχίτιδα, οι οποίες μπορεί να συνυπάρχουν ή να εμφανίζονται ξεχωριστά, με τα κύρια συμπτώματα μεταξύ άλλων να είναι η δύσπνοια, ο χρόνιος βήχας, και η προδιάθεση για λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος.
Η κατάσταση μπορεί να εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου και να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών, καθώς αποτελεί μία «προοδευτική ασθένεια», σύμφωνα με τον Δρ. Αρμεύτη.
Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα αρκετά σοβαρό ζήτημα καθώς μόλις το 50% των ασθενών με ΧΑΠ έχουν έγκαιρη διάγνωση, με την κατάσταση των παθόντων να επιδεινώνεται με το πέρασμα του χρόνου, καθώς με την επιδείνωση ενδέχεται να προκληθούν απότομες κρίσεις δύσπνοιας και να απαιτηθεί εντατική ιατρική παρέμβαση.
Βασικός παράγοντας πρόκλησης της ΧΑΠ είναι το κάπνισμα, καθώς οι χημικές αντιδράσεις που προκαλούνται στους πνεύμονες από την εισπνοή καπνού, προκαλούν φλεγμονές που καταστρέφουν τους αεραγωγούς, προκαλώντας δυσκολία στην αναπνοή.
Ωστόσο, το κάπνισμα δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας, καθώς μόνο το 20% των καπνιστών πρόκειται να προβληθούν με ΧΑΠ. Αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της πάθησης, όπως η γενετική προδιάθεση, η έκθεση σε επιβλαβείς ουσίες λόγω επαγγέλματος και η ατμοσφαιρική ρύπανση.
Διάγνωση και θεραπεία
Η διάγνωση της πάθησης γίνεται με την σπιρομέτρηση, η οποία μετράει πόσο γρήγορα μπορεί κάποιος να εκπνεύσει και πόσο αέρα βγάζει όταν το κάνει, καθώς εάν η αναλογία δύο μετρήσεων (FEV1/FVC) είναι κάτω από το 70%, τότε αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχει ΧΑΠ.
Η θεραπεία της ΧΑΠ επικεντρώνεται στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, με πρώτο βήμα όσον αφορά τους καπνιστές, την άμεση διακοπή του καπνίσματος.
Η φαρμακευτική διαχείριση της ΧΑΠ γίνεται με τη λήψη βρογχοδιασταλτικών φαρμάκων, που βοηθούν στη χαλάρωση των μυών γύρω από τους αεραγωγούς και στην αύξηση της ροής του αέρα, καθώς και κορτικοστεροειδών φαρμάκων, τα οποία δρουν ως αντιφλεγμονώδη.
Επίσης, μπορεί να γίνει χρήση αντιβιοτικών προκειμένου να αντιμετωπισθούν πιθανές λοιμώξεις που μπορούν να προκαλέσουν περαιτέρω παροξύνσεις, καθώς και οξυγονοθεραπεία η οποία γίνεται σε προχωρημένα στάδια της πάθησης.
Του Λοΐζου Ττοφαλλή