Θέμα πολιτικών αποφάσεων η αντιμετώπιση παιδικής φτώχειας
20 Οκτωβρίου 2024, 06:00
Θέμα λήψης και εφαρμογής κατάλληλων πολιτικών αποφάσεων είναι η αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας, το ποσοστό της οποίας στην Κύπρο κυμάνθηκε πέρσι στο 16,7%, σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στο πλαίσιο συνεδρίου για την παιδική φτώχεια.
Στο ετήσιο συνέδριο του Εθνικού Δικτύου Ενάντια στην Φτώχεια στην Κύπρο, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη, ο Δρ Λούκας Αντωνίου, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΕΔΕΦ Κύπρου, παρουσίασε το εννοιολογικό πλαίσιο γύρω από το ζήτημα, τους παράγοντες και αποτελεσματικές λύσεις.
Ειδικότερα, όπως εξήγησε, η παιδική φτώχεια ορίζεται ως η κατάσταση όπου οι διαθέσιμοι πόροι για την ανατροφή παιδιών είναι τόσο ανεπαρκείς που δεν τους επιτρέπουν να έχουν ένα βιοτικό επίπεδο που είναι αποδεκτό στην κοινωνία που ζουν.
Σημαντικό το επαρκές βιοτικό επίπεδο
Σημείωσε ότι το βιοτικό αυτό επίπεδο, πρέπει να είναι επαρκές για να εξασφαλιστεί η κοινωνική, συναισθηματική και σωματική ανάπτυξη και ευημερία των παιδιών.
Παραθέτοντας στοιχεία, ανέφερε ότι το 50% των παιδιών παγκόσμια, ζει με λιγότερο από $2,50 τη μέρα, 333 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας και 1 δισεκατομμύρια παιδιά είναι πολυδιάστατα φτωχά, δηλαδή στερούνται βασικών αγαθών, όπως θρεπτική τροφή και καθαρό νερό.
Οι συνθήκες δυσχεραίνονται ακόμη περισσότερο όταν υπάρχουν παιδιά που μεγαλώνουν μέσα σε ανθρωπιστικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, με τον κίνδυνο στέρησης και αποκλεισμού να αυξάνεται κατακόρυφα.
Πρόσθετα, σύμφωνα με τον κ. Αντωνίου, οι πόλεμοι, συγκρούσεις, περιβαλλοντικές καταστροφές, υγειονομικές κρίσεις κλπ ανακόπτουν την πρόοδο των πιο ευάλωτων παιδιών, ενώ σύμφωνα με την Unicef, 1 στα 7 παιδιά εξακολουθεί να ζει σε συνθήκες φτώχειας.
Σημείωσε ακόμη ότι η μετανάστευση και ο εκτοπισμός, δηλαδή παιδιά προσφύγων και εκτοπισμένων που μετακινούνται από την αυξανόμενη αστάθεια, βρίσκονται στην φτώχεια και στον κοινωνικό αποκλεισμό.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο
Ο κ. Αντωνίου αναφέρθηκε ακόμη στις κατηγορίες παιδιών που βρίσκονται στον κίνδυνο παιδικής φτώχειας.
Συγκεκριμένα, σε κίνδυνο φτώχειας βρίσκονται παιδιά σε συγκεκριμένες εθνοτικές και γλωσσικές ομάδες, αλλά και παιδιά μεγάλων οικογενειών, με άνω του 20% να ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας.
Επίσης, για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, ο κίνδυνος φτώχειας είναι αυξημένος λόγω του πρόσθετου κόστους διαβίωσης, αναπηρίας και της απώλειας ευκαιριών εισοδήματος, ενώ σε πολλές κοινωνίες η φτώχεια αυξάνει το βαθμό στον οποίο είναι ευάλωτα τα κορίτσια, οι γυναίκες και άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
Αντιμέτωπα με τον κίνδυνο της φτώχειας είναι και τα παιδιά που μεγαλώνουν εκτός νοικοκυριού, με τον κ. Αντωνίου να υποδεικνύει πως στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι παιδιά που ζουν στους δρόμους, σε ιδρύματα, σε στέγες ή αυτά που μεταναστεύουν, επίσης βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Παράγοντες που οδηγούν στην παιδική φτώχεια
Στο πλαίσιο της παρουσίασης, ο κ. Αντωνίου αναφέρθηκε ακόμη σε άλλους δομικούς παράγοντες που οδηγούν στην παιδική φτώχεια, όπως η ανεργία των γονιών, τα χαμηλά εισοδήματα, οι μη τυπικές και επισφαλείς θέσεις εργασίας και τα μη επαρκή συστήματα στήριξης εισοδήματος.
Έκανε επίσης αναφορά στη μη επαρκή πρόσβαση σε ουσιώδεις υπηρεσίες όπως υγείας, εκπαίδευσης και παιδικής φροντίδας, την έλλειψη καλής ποιότητας και προσιτής στέγης συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής στέγασης και την έλλειψη ποιοτικών παιδότοπων και εγκαταστάσεων για ψυχαγωγία, αθλητισμό και πολιτιστικές δραστηριότητες.
Στη λίστα, περιλαμβάνεται ακόμη η διαμονή σε φτωχές ή και επικίνδυνες περιοχές και συνοικίες.
Σύμφωνα με τον κ. Αντωνίου, μερικές καταστάσεις που μπορούν να θέσουν παιδιά σε κίνδυνο φτώχειας, είναι παιδιά σε δύσκολες οικογενειακές καταστάσεις και παιδιά που κινδυνεύουν από το έγκλημα, τη βία ή την εμπορία ανθρώπων.
Μύθοι και λύσεις – Εφικτή η αντιμετώπιση
Παρουσίασε ακόμη μύθους σε σχέση με την παιδική φτώχεια, όπως μεταξύ άλλων, ότι δεν υπάρχει παιδική φτώχεια στην εύπορη Ευρώπη, ότι η καθολική πρόσβαση σε υπηρεσίες είναι σπατάλη χρήματος και ότι υπάρχει άφθονη διαθέσιμη βοήθεια για οικογένειες και παιδιά.
Επεσήμανε ότι υπάρχουν λύσεις, καθώς άλλες χώρες έχουν υιοθετήσει κατάλληλες και επαρκείς πολιτικές και έχουν μειώσει έτσι σε μεγάλο βαθμό τα ποσοστά παιδικής φτώχειας.
Υπέδειξε ότι η μελέτη στατιστικών δεδομένων σε σχέση με τα ποσοστά πριν και μετά τα κοινωνικά εμβάσματα, υποστηρίζει ότι η αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας είναι περισσότερο από εφικτή, αποδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο ότι η παιδική φτώχεια και η φτώχεια γενικότερα, είναι θέμα πολιτικών αποφάσεων.
Της Μαρίας Κυριακίδου