Νομοθετικά κενά αφήνουν εκτεθειμένα τα θύματα έμφυλης βίας
15 Απριλίου 2024, 19:05
Ανάγκη για αλλαγή του νομικού πλαισίου επεσήμανε η Νομική Υπηρεσία κατά τη σημερινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από αναφορές της Άντρης Αντρονίκου, Επιστημονικής Διευθύντριας του ΣΠΑΒΟ (Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια) ότι, ενώ θύματα ενδοοικογενειακής βίας φιλοξενούνται στο καταφύγιο του Συνδέσμου, συνεχίζουν να εκδίδονται διατάγματα υποχρεωτικής παράδοσης του ανήλικου παιδιού τους στον θύτη, με τη διεύθυνση διαμονής τους στο καταφύγιο να δηλώνεται στα διατάγματα.
Η κ. Αντρονίκου επεσήμανε, εξάλλου, ενώπιον της Επιτροπής ότι κατά τη φιλοξενία θυμάτων οικογενειακής βίας στο καταφύγιο, όχι μόνο δεν αναστέλλονται τα ισχύοντα διατάγματα, αλλά προχωρά και η έκδοση νέων. Παράλληλα, όπως είπε, τα θύματα που λαμβάνουν ΕΕΕ, κατά τη φιλοξενία τους στο καταφύγιο αναγκάζονται να χάσουν το επίδομά τους, κάτι που τα καθιστά ακόμα πιο ευάλωτα και συχνά τα αναγκάζει να επιστρέψουν στο κακοποιητικό περιβάλλον.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, ανέφερε σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση ότι θα εξεταστεί κατά πόσο το θέμα της έκδοσης διαταγμάτων κατά την παραμονή θυμάτων βίας στο καταφύγιο, καλύπτεται από τα τέσσερα νέα νομοσχέδια που θα τεθούν ενώπιον της Επιτροπής Νομικών, καθώς αυτό αναφέρθηκε κατά τη συνεδρίαση από την Αναπληρώτρια Πρόεδρο της Επιτροπής Νομικών και Βουλευτή του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου.
«Σε περίπτωση που δούμε ότι οι πρόνοιες στα νομοσχέδια τα οποία έχουν κατατεθεί σε σχέση με τα διατάγματα δεν μας ικανοποιούν, σε συνεννόηση και με τους συγκεκριμένους οργανισμούς, θα προχωρήσουμε να καταθέσουμε πρόταση νόμου, γιατί αυτό το θέμα δεν μπορεί να διαιωνίζεται», ανέφερε η κ. Χαραλαμπίδου, υπογραμμίζοντας ότι αυτές οι παρεμβάσεις πρέπει να γίνονται άμεσα, για την καλύτερη προστασία των θυμάτων.
Η Επιστημονική Διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ σημείωσε ενώπιον της Επιτροπής ότι όταν τα θύματα αποφασίζουν να φύγουν από το κακοποιητικό περιβάλλον, τότε εμφανίζεται και ο κίνδυνος γυναικοκτονίας. Η νομοθεσία για τις γυναικοκτονίες, εξάλλου, ήταν η αφορμή της συζήτησης στη σημερινή συνεδρίαση, μετά και την πρόσφατη γυναικοκτονία στην Ελλάδα, καθώς και το περιστατικό ξυλοδαρμού εγκύου από τον σύντροφό της στην Κύπρο, που είδαν το φως της δημοσιότητας.
Πιο συγκεκριμένα, η κ. Αντρονίκου ανέφερε ότι κατά μέσο όρο, από τις 3.300 περιπτώσεις που εξετάζει ο ΣΠΑΒΟ κάθε χρόνο, 800 γυναίκες πληρούν τα κριτήρια ειδικής κλίμακας της ΕΕ για αυξημένο κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους λόγω συντροφικής και οικογενειακής βίας, ενώ σε 400 περιπτώσεις διαπιστώνονται εδραιωμένες επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική τους υγεία.
Αναφέρθηκε, ακόμα, σε κάποια χαρακτηριστικά των δραστών που επιδεινώνουν τον κίνδυνο για γυναικοκτονία, όπως είναι η οπλοκατοχή και οι εξαρτήσεις, ενώ επεσήμανε ότι οι δράστες δεν εξαιρούνται από την παραχώρηση προεδρικής χάρης. Επιπλέον, όπως είπε, λόγω καλύτερης οικονομικής δυνατότητας, ο δράστης συχνά προλαβαίνει το θύμα σε όλα σχεδόν τα βήματα, ενώ το θύμα βρίσκεται αντιμέτωπο με διοικητικά και διαδικαστικά εμπόδια.
Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε σε κωλύματα στην παραχώρηση νομικής αρωγής στα θύματα, καθώς και στην καθυστέρηση εξέτασης καταγγελιών από το δικαστήριο, σημειώνοντας ότι συχνά οι γυναίκες που έχουν προβεί σε καταγγελίες, τελικά τις αποσύρουν αφού φτάνουν στο δικαστήριο μετά από 3-4 χρόνια.
Η κ. Αντρονίκου επεσήμανε ότι τα διατάγματα επικοινωνίας του δράστη ενδοοικογενειακής βίας με ανήλικα θα πρέπει να αναστέλλονται για όσο διάστημα τα παιδιά φιλοξενούνται μαζί με τα θύματα σε καταφύγια. Επίσης, λέγοντας ότι υπάρχει μία στρέβλωση, διευκρίνισε ότι ο ΣΠΑΒΟ δεν ανοίγει την πόρτα σε οποιονδήποτε αναφέρει μέσω τηλεφώνου ότι είναι θύμα ενδοοικογενειακής βίας.
Τέλος, αναφέρθηκε στην οικονομική συνεισφορά του κράτους στη λειτουργία του ΣΠΑΒΟ, η οποία καλύπτει το 70% των αναγκών του. Εξήγησε ότι αυτό συνεπάγεται πως πρέπει ο Σύνδεσμος να βρίσκει περίπου 30.000 ευρώ τον μήνα για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του. «Οφείλει η συνεισφορά του κράτους να είναι ισάξια των επιστημονικών υπηρεσιών που παρέχει», σημείωσε η κ. Αντρονίκου, ενώ ζήτησε και καλύτερη συμβολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης να είναι μεγαλύτερη σε προγράμματα.
Εκπρόσωπος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια, ανέφερε ενώπιον της Επιτροπής ότι η εισήγηση που διατυπώθηκε από την πλευρά τους ήταν να υπάρξει νομική ρύθμιση, ώστε κατά το διάστημα παραμονής θύματος ενδοοικογενειακής βίας σε χώρο φιλοξενίας, να γίνεται αναστολή διαταγμάτων.
Αναφέρθηκε, δε, ότι έχουν υπάρξει και περιπτώσεις διαταγμάτων για υποχρεωτική ψυχιατρική εξέταση του θύματος, ενώ βρίσκεται μέσα στο καταφύγιο. Εξάλλου, όπως είπε ενώπιον της Επιτροπής η κ. Αντρονίκου, δράστης ενδοοικογενειακής βίας, που είχε εξασφαλίσει διάταγμα, κίνησε αγωγή εναντίον της, όταν εκείνη δεν επέτρεψε την εκτέλεση του διατάγματος, κατά την παραμονή του θύματος στο καταφύγιο.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας, στην ανάγκη για παρακολούθηση των διαταγμάτων, καθώς όταν αυτά δεν τηρούνται, όπως ειπώθηκε, μπορεί τελικά να έχουν ως συνέπεια και τις γυναικοκτονίες. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε ότι η ηλεκτρονική επιτήρηση διαταγμάτων, που εφαρμόζεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αποτελεί και σύσταση από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Με την ηλεκτρονική παρακολούθηση, κατόπιν έκδοσης διατάγματος απομάκρυνσης θύτη, αυτός υποχρεώνεται να φέρει ένα βραχιολάκι το οποίο ενεργοποιεί σήμα στην Αστυνομία, όταν μειωθεί η απόσταση μεταξύ του και του κινητού τηλεφώνου του θύματος, στο οποίο είναι εγκατεστημένη συμβεβλημένη ψηφιακή εφαρμογή. Επίσης, σε περίπτωση που το βραχιόλι αφαιρεθεί, ενεργοποιείται επίσης το σύστημα.
Όπως διευκρίνισε ο Άριστος Τσιάρτας, επικεφαλής του τομέα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στην Κύπρο η ηλεκτρονική επιτήρηση εφαρμόζεται μόνο για όσους είναι λίγο πριν τη λήξη της ποινής κάθειρξης, αν και γίνεται μελέτη από το Υπουργείο, για να διαπιστωθεί αν μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε στη συνεδρίαση η Βοηθός Διευθύντρια Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος της Αστυνομίας Κύπρου, Κυριακή Λαμπριανίδου, σε διάστημα πέντε ετών (2019-2023) καταχωρήθηκαν συνολικά 22 γυναικοκτονίες, εννέα το 2019 (εκ των οποίων οι 7 ήταν τα θύματα του κατά συρροή δολοφόνου), πέντε το 2020, πέντε το 2021, δύο το 2022 και ένα το 2023.
Η κ. Λαμπριανίδου ανέφερε ότι η Αστυνομία ακολουθεί πρωτόκολλο αξιολόγησης επικινδυνότητας για υποθέσεις που αφορούν βία μεταξύ συντρόφων/συζύγων, όπως επίσης και πρωτόκολλο για υποθέσεις έμφυλης βίας κατά των γυναικών, πρωτόκολλο για υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, καθώς και πρωτόκολλο για υποθέσεις βιασμών.
Εξήγησε ότι τα πρωτόκολλα αυτά περιλαμβάνονται στην εκπαίδευση μελών Αστυνομίας, κυρίως για τα μέλη που ασχολούνται εξειδικευμένα με τέτοιες υποθέσεις. Πρόσθεσε ότι κάποια στοιχεία εντάχθηκαν και στη γενική εκπαίδευση, για να είναι ενήμεροι όλοι οι Αστυνομικοί που έρχονται σε επαφή με τέτοια περιστατικά.
Σε συνέχεια της συζήτησης γύρω από τα πρωτόκολλα που εφαρμόζονται από τα μέλη της Αστυνομίας, επισημάνθηκε κατά τη συνεδρίαση η απουσία πρωτοκόλλου για τους λειτουργούς υγείας, που καλούνται να χειριστούν περιστατικά βιασμών.
Την ανάγκη για ενημέρωση λειτουργών υγείας επεσήμανε με παρέμβασή της η Χριστίνα Καϊλή, εκ μέρους του Κυπριακού Lobby Γυναικών, λέγοντας ότι υπάρχει ανάγκη για ενημέρωση των επαγγελματιών πρώτης γραμμής, όπως είναι και οι γιατροί, καθώς, όπως είπε, οι λειτουργοί υγείας παραδέχονται ότι δεν έχουν ενημερωθεί ποτέ για πρωτόκολλα χειρισμού βιασμών. Εκ μέρους του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο κ. Τσιάρτας ανέφερε ότι έχει εντοπιστεί η ανάγκη για αναθεώρηση των πρωτοκόλλων για χειρισμό θυμάτων σεξουαλικής βίας.
Η κ. Καϊλή αναφέρθηκε, ακόμα, στο γεγονός ότι είναι δυσκολότερη η πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξης για γυναίκες με μεταναστευτική ή προσφυγική βιογραφία. Σχετικά με το θέμα αυτό, ο κ. Τσιάρτας ανέφερε ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης προχωρά στη διεξαγωγή έρευνας σε χώρους αυξημένης επικινδυνότητας, όπως είναι οι χώροι φιλοξενίας μεταναστών και αιτητών ασύλου, καθώς τέσσερεις από τις οχτώ μορφές βίας αφορούν ειδικά αυτή τη κατηγορία ανθρώπων, όπως είπε.
Ο κ. Τσιάρτας υπογράμμισε ότι τα εγκλήματα εναντίον γυναικών δεν είναι εγκλήματα ζήλιας ή πάθους ή τιμής, ούτε συνδέονται με ψυχοπαθολογικά φαινόμενα, αλλά είναι έμφυλα εγκλήματα και ως τέτοια πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Σημείωσε, ακόμα, ότι προωθείται ενιαίος τρόπος καταγραφής αυτών των έμφυλων εγκλημάτων, για να υπάρχει σαφής εικόνα για όλες τις μορφές βίας, όχι μόνο από πλευράς Αστυνομίας, αλλά από όλους τους εμπλεκόμενους οργανισμούς.
Από πλευράς Νομικής Υπηρεσίας, πάντως, αναφέρθηκε ότι για την εκδίκαση υποθέσεων γυναικοκτονίας, εφόσον υπάρχει προμελέτη, επιλέγεται η χρήση του αδικήματος του φόνου στο κατηγορητήριο, ώστε να επιβάλλεται η μεγαλύτερη δυνατή ποινή. Το αδίκημα της γυναικοκτονίας συμπεριλαμβάνεται στο κατηγορητήριο σε περίπτωση που υπάρχει επιχείρημα διάπραξης του εγκλήματος εν βρασμώ. Εξάλλου, όπως ανέφερε η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου, το αδίκημα της γυναικοκτονίας κατοχυρώθηκε περισσότερο για να δώσει μηνύματα, αντί να βοηθήσει νομικά.
Σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση, η Πρόεδρος της Επιτροπής και Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμοίδου, επεσήμανε ότι οι γυναικοκτονίες έχουν χαρακτηριστικά επαναλαμβανόμενα και προβλέψιμα και γι’ αυτόν τον λόγο μπορούν να αποφευχθούν. Πρόσθεσε, όμως, ότι χρειάζεται αξιολόγηση της επικινδυνότητας κάθε περιστατικού που καταγγέλλεται, προκειμένου να μπορεί να γίνει η απαραίτητη προληπτική παρέμβαση, και χρειάζεται και συντονισμός μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών.
Η κ. Χαραλαμπίδου εξέφρασε ιδιαίτερο προβληματισμό για το πρόσφατο περιστατικό με τη γυναίκα η οποία κυοφορούσε, ιδίως σχετικά με τη σύγχυση που υπήρξε στις τοποθετήσεις της Αστυνομίας, αφού η κ. Λαμπριανίδου ανέφερε στη συνεδρίαση της Επιτροπής ότι η γυναίκα μεταφέρθηκε με περιπολικό, ενώ στις δηλώσεις του εκπροσώπου της Αστυνομίας είχε αναφέρει ότι μεταφέρθηκε από ιδιωτικό όχημα. Για τον λόγο αυτό, είπε η κ. Χαραλαμπίδου, ζητήθηκε γραπτή ενημέρωση για τα πρωτόκολλα της Αστυνομίας και για το πώς λειτούργησαν στην προκειμένη περίπτωση.
Όσον αφορά τη διακοπή του ΕΕΕ από θύματα που διαμένουν στο καταφύγιο ΣΠΑΒΟ, η κ. Χαραλαμπίδου είπε ότι αυτό τα καθιστά ακόμα πιο ευάλωτα και είπε ότι το ζήτημα θα τεθεί σε συνάντηση με την Υφυπουργό Πρόνοιας που είναι προγραμματισμένη στις 13/5.
Κατά την παρέμβασή της στη συνεδρίαση, η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Σούπερμαν, σημείωσε ότι ο ίδιος ο χαρακτηρισμός των εγκλημάτων κατά των γυναικών ως γυναικοκτονία, είναι πράξη αντίστασης. Έθεσε, επίσης, το ζήτημα για δράσεις ενημέρωσης σε σχολεία, για ενίσχυση των δομών φιλοξενίας θυμάτων βίας και για ενημέρωση των λειτουργών που χειρίζονται τέτοιες υποθέσεις.
Η ανεξάρτητη Βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, στην παρέμβασή της στη συνεδρίαση έκανε λόγο για ακραία μορφή εκδήλωσης έμφυλης βίας, επισημαίνοντας ότι είναι ανεπαρκής η συλλογή στοιχείων για τέτοια εγκλήματα στην Κύπρο.
Tags: βία, Έμφυλη βία