Η επιτυχημένη εγκυμοσύνη έχει προαπαιτούμενα
24 Αυγούστου 2019, 10:29
Είναι πολλά αυτά που πρέπει να λάβει υπόψη ένα ζευγάρι πριν αποφασίσει να προχωρήσει στην απόκτηση παιδιού και τα περισσότερα έχουν να κάνουν με την υγεία των δύο γονέων και τις συνθήκες ζωής τους.
Γονείς με σεξουαλικώς μεταδίδομενα νοσήματα (χλαμύδια, συφιλη, HIV και άλλα) όπως και γονείς -φορείς ή πάσχοντες από ηπατίτιδα είναι απαραίτητο να επικοινωνούν με του θεράποντα ιατρό τους και να ενημερώνουν τον χειρουργό μαιευτήρα- γυναικολόγο πριν καν προσπαθήσουν εγκυμοσύνη ώστε όλα να γίνουν με ασφάλεια και να στεφθούν με επιτυχία.
Ομοίως προσεκτικοί πρέπει να είναι άνδρες και γυναίκες που λαμβάνουν φαρμακευτικές αγωγές ή και πάσχουν από χρόνια νοσήματα
Η έγκαιρη ενημέρωση του γιατρού για την πρόθεση να γίνουν γονείς, θα τους γλυτώσει από πολλές περιπέτειες και θα κάνει το όλο εγχείρημα πιο εύκολο και ασφαλές.
Ηπατίτιδα
Η ηπατίτιδα είναι μια φλεγμονή στο ήπαρ που άλλοτε υποχωρεί κι άλλοτε μετατρέπεται σε χρόνια κατάσταση και μπορεί να εξελιχθεί σε ίνωση (ουλές) ή ακόμα κίρρωση και καρκίνο του ήπατος.
Δημιουργείται από ιούς (ιογενής ηπατίτιδα) αλλά και από άλλες λοιμώξεις, τοξικές ουσίες (αλκοόλ, φάρμακα) αλλά και αυτοάνοσες παθήσεις.
Οι ιοί που προκαλούν ηπατίτιδα είναι οι A, B, C, D και E.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι ιοί αυτοί έχουν μεγάλη νοσηρότητα και θνησιμότητα, και μπορεί να προκαλέσουν μεγάλες επιδημίες.
Ειδικά ο ιός της ηπατίτιδας Β (HBV) και ο ιός της ηπατίτιδας C (HCV) οδηγούν σε χρόνια νόσο εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και αποτελούν την πιο συχνή αιτία κίρρωσης και καρκίνου του ήπατος.
Μεταδίδονται με το μολυσμένο αίμα ή με τα σωματικά υγρά που περιέχουν μολυσμένο αίμα.
Ο HBV μεταδίδεται και με τη σεξουαλική επαφή, ενώ οι πιθανότητες μετάδοσης του HCV με το σεξ χωρίς προφυλάξεις είναι μικρές.
Για την ηπατίτιδα B υπάρχει εμβόλιο το οποίο προστατεύει από αυτήν σε ποσοστό πάνω από 95%.
Για την ηπατίτιδα C δεν υπάρχει εμβόλιο, αλλά έχουν αναπτυχθεί πολύ αποτελεσματικά φάρμακα που έχουν πιθανότητα εκρίζωσης του ιού HCV πάνω από 90%.
Όπως εξηγεί ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάνννης Βασιλόπουλος, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life, οι συγκεκριμένοι ιοί σχετίζονται με προβλήματα γονιμότητας, αλλά και με προβλήματα στην εγκυμοσύνη.
«Διεθνείς μελέτες έχουν δείξει ότι οι φορείς του ιού HBV έχουν 59% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν υπογονιμότητα, σε σύγκριση με τους υγιείς συνομηλίκους τους», λέει.
«Η υπογονιμότητα στους άνδρες έχει διαπιστωθεί ότι σχετίζεται με μία πρωτεΐνη του ιού, η οποία μειώνει κατά περισσότερο από 50% την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων και τον ρυθμό γονιμοποίησης των ωαρίων.
Η πρωτεΐνη αυτή επιτίθεται στην κυτταρική μεμβράνη των σπερματοζωαρίων, προκαλώντας τον θάνατο των κυττάρων ή σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητάς τους».
Ο ιός HBV επηρεάζει επίσης αρνητικά την σπερματογένεση, τα επίπεδα της ελεύθερης τεστοστερόνης στο αίμα του άνδρα, καθώς και τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων, μειώνοντας ακόμα περισσότερο τις πιθανότητες αποκτήσεως παιδιού.
Αντίστοιχα στις γυναίκες, η μόλυνση με τον ιό HBV σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο προβλημάτων στις σάλπιγγες και στη μήτρα.
Αυτό ίσως οφείλεται στο ότι ο ιός εξασθενεί το ανοσοποιητικό της γυναίκας και αυξάνει τις πιθανότητες λοίμωξης της πυέλου.
«Όταν ο ένας σύντροφος είναι μολυσμένος με τον ιό HBV, συνιστάται στον άλλο να εμβολιάζεται εναντίον της νόσου, για να αποφύγει τη μόλυνσή του με τη σεξουαλική επαφή», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος.
Η ηπατίτιδα C
Επιπτώσεις στη γονιμότητα μπορεί να έχει και η ηπατίτιδα C, σύμφωνα με μελέτες της τελευταίας δεκαετίας.
Ο ιός HCV μπορεί να προκαλέσει στατιστικά σημαντικές μειώσεις στον όγκο του σπέρματος και στον αριθμό των σπερματοζωαρίων, ενώ μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων.
Έχει επίσης διαπιστωθεί ότι αυξάνει τα σπερματοζωάρια με παθολογική μορφολογία.
Στις γυναίκες, η λοίμωξη με τον ιό HCV σχετίζεται με διαταραχές του έμμηνου κύκλου και με αυξημένο κίνδυνο πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας (πρόωρης εμμηνόπαυσης).
Έχει επίσης βρεθεί ότι οι γυναίκες φορείς του HCV έχουν χαμηλή ωοθηκική εφεδρεία (χαμηλό αριθμό ωαρίων) που σχετίζεται με την υπογονιμότητα και με αρνητικές εκβάσεις της κύησης, όπως η θνησιγένεια, η αποβολή και ο διαβήτης κύησης.
«Όταν στο ζευγάρι είναι μολυσμένος ο ένας σύντροφος με τον ιό της ηπατίτιδας C, οι πιθανότητες σεξουαλικής μετάδοσης είναι μικρές. Ο ήδη μολυσμένος σύντροφος, όμως, πρέπει να κάνει θεραπεία για να εκριζωθεί ο ιός HCV από τον οργανισμό του», τονίζει ο Δρ. Βασιλόπουλος.
Η εγκυμοσύνη
Σε περίπτωση εγκυμοσύνης μπορεί να υπάρξει πρόβλημα και στο μωρό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο συνιστάται από την αρχή της εγκυμοσύνης, στο πρώτο τρίμηνο, να εξετάζονται οι γυναίκες για τους δύο ιούς.
Tags: Εγκυμοσύνη, Ηπατίτιδα, ηπατίτιδα c