Εξελίξεις στις κακοήθειες του ουροποιητικού συστήματος στο πρόσφατο συνέδριο ESMO 2024
16 Οκτωβρίου 2024, 07:00
Το πρόσφατο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Παθολογικής Ογκολογίας (ESMO 2024), αποτελεί ετήσιο θεσμό που ανακοινώνονται οι σημαντικότερες εξελίξεις στον χώρο της Ογκολογίας. Όπως αναφέρουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα») της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (παθολόγος, καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Μιχάλης Λιόντος (επίκουρος καθηγητής Ογκολογίας) και Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής), και στη φετινή διοργάνωση, ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκέντρωσαν οι μελέτες για τα νεοπλάσματα του ουροποιογεννητικού συστήματος (νεφρός, ουροδόχος κύστη, προστάτης), παρέχοντες νέες θεραπευτικές δυνατότητες στους ασθενείς.
"Για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης, παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της ολομέλειας του συνεδρίου, η μελέτη NIAGARA που διερεύνησε τη σημασία της προσθήκης της ανοσοθεραπείας ως περιεγχειρητικής αγωγής στο νεόπλασμα αυτό. Μέχρι σήμερα, η καθιερωμένη αγωγή για τους ασθενείς με μυοδιηθητικό εντοπισμένο στην κύστη καρκίνο, είναι η προεγχειρητική χημειοθεραπεία που ακολουθείται από ριζική κυστεοπροστατεκτομή.
Στη μελέτη NIAGARA, η ομάδα αυτή των ασθενών (ομάδα ελέγχου) συγκρίθηκε με όσους έλαβαν επιπλέον ανοσοθεραπεία με τη μορφή του αντι-PD-L1 αντισώματος ντουρβαλουμάμπη, τόσο προεγχειρητικά μαζί με τη χημειοθεραπεία, όσο και μεταγχειρητικά (περιεγχειρητική αγωγή). Η μελέτη απέδειξε ότι η προσθήκη της ανοσοθεραπείας, αυξάνει, τόσο τις πλήρεις παθολογοανατομικές ανταποκρίσεις τη νόσου, όσο και το διάστημα ελεύθερο υποτροπής από τη νόσο αλλά κυρίως αυξάνει τη συνολική επιβίωση. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η προσθήκη της ανοσοθεραπείας, δεν επηρέασε αρνητικά τη δυνατότητα χειρουργικής επέμβασης, ούτε αύξησε τη περιεγχειρητική νοσηρότητα, αποδεικνύοντας ότι ο συνδυασμός χημειοθεραπείας και ανοσοθεραπείας, είναι μια αποτελεσματική και ασφαλής προσέγγιση και μπορεί να αποτελέσει την επόμενη καθιερωμένη αγωγή για τον εντοπισμένο μυοδιηθητικού καρκίνου ουροδόχου κύστης.
Ιδιαίτερο αντίκτυπο στην επιστημονική κοινότητα, είχε και η ελληνική μελέτη που διεξήχθη από την Ελληνική Ερευνητική Ομάδα Ουρο-Γεννητικού Καρκίνου (ΕΕΟΟΓΕΚ) για ασθενείς με εντοπισμένο μυοδιηθητικό καρκίνο ουροδόχου κύστης, για τους οποίους όμως η χειρουργική εξαίρεση της νόσου, δεν είναι επιλογή. Γι' αυτή την ομάδα ασθενών, η μελέτη εξέτασε την αποτελεσματικότητα της προσθήκης ανοσοθεραπείας με τη μορφή του αντι-PD1 αντισώματος νιβολουμάμπη στην καθιερωμένη αγωγή της ακτινοθεραπείας, σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία με βάση την πλατίνα.
Η μελέτη απέδειξε ότι η προσθήκη της ανοσοθεραπείας, αυξάνει, τόσο το διάστημα ελεύθερο υποτροπής της νόσου, όσο και τη συνολική επιβίωση , μειώνοντας την πιθανότητα, τόσο τοπικής, όσο και απομακρυσμένης υποτροπής. Τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύουν την ανάγκη μελέτης του συγκεκριμένου συνδυασμού στα πλαίσια μεγάλης τυχαιοποιημένης φάσης ΙΙΙ μελέτης.
Αναφορικά με τον καρκίνο του προστάτη, έχουν υπάρξει τα τελευταία χρόνια μεγάλες αλλαγές στην αντιμετώπιση της νόσου με τη χρήση διαφορετικών θεραπευτικών επιλογών, όπως της ορμονοθεραπείας, της χημειοθεραπείας, των στοχεουσών θεραπειών και των ραδιοφαρμάκων. Ένα τέτοιο ραδιοφάρμακο, το ράδιο-223 είναι εγκεκριμένη αγωγή για τους ασθενείς με ευνουχοάντοχη μεταστατική νόσο που όμως έχουν λάβει ήδη και χημειοθεραπεία και νεότερους ορμονικούς παράγοντες και έχουν μόνο οστικές μεταστάσεις.
Στο φετινό ESMO2024, η μελέτη PEACE-3 απέδειξε ότι η συγχορήγηση του ραδίου-223 με την ενζαλουταμίδη ως αρχική θεραπεία στην ευνουχοάντοχη νόσο , προσφέρει όφελος επιβίωσης στους ασθενείς αυτούς, καταδεικνύοντας ότι η πρωιμότερη χορήγηση του φαρμάκου, μπορεί να επιφέρει πιο μακροχρόνια αποτελέσματα. Η μελέτη επίσης απέδειξε ότι είναι απαραίτητη η λήψη παραγόντων, όπως είναι το αντι-RANKL αντίσωμα δενοσουμάμπη, που προφυλάσσουν από επιπλοκές της μεταστατικής οστικής νόσου για όλους τους ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με ράδιο-223, ώστε να αποφευχθεί ο αυξημένος κίνδυνος καταγμάτων.
Στο ESMO2024 ανακοινώθηκαν και τα τελικά αποτελέσματα της μελέτης CONTACT-2, όπου δοκιμάσθηκε σε ασθενείς με ευνουχοάντοχο καρκίνο προστάτη ο συνδυασμός ατεζολιζουμάμπης και καμποζατινίμπης. Η μελέτη αυτή απέδειξε για πρώτη φορά ότι ένας ανοσοθεραπευτικός παράγοντας και μια στοχεύουσα αντιαγγειογενετική αγωγή, μπορεί να είναι αποτελεσματικά στον καρκίνο προστάτη, επιμηκύνοντας το χρόνο ως την υποτροπή της νόσου. Τα τελικά αποτελέσματα όμως δεν ανέδειξαν αύξηση στη συνολική επιβίωση σε σύγκριση με τη χορήγηση ενός δεύτερου νεότερου ορμονικού παράγοντα , καταδεικνύοντας ότι μάλλον είναι περιορισμένο το όφελος από τον συνδυασμό, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του νεότερου θεραπευτικού τοπίου του καρκίνου του προστάτη.
Τέλος για τον καρκίνο του νεφρού, επιβεβαιώθηκε στο φετινό ESMO, η δραστικότητα του αναστολέα του παράγοντα της υποξίας μπεζουλτιφάνη ως θεραπεία της μεταστατικής νόσου σε ασθενείς που έχουν υποτροπιάσει μετά ανοσοθεραπεία και αντιαγγειογεντική αγωγή. Στη μελέτη LITESPARK-005, η χορήγηση μπελζουτιφάνης αύξησε το χρόνο ως την υποτροπή της νόσου στον πληθυσμό αυτό έναντι του αναστολέα mTOR εβερόλιμους. Παρ’ ό,τι από την μελέτη δεν φάνηκε διαφορά στη συνολική επιβίωση, το μακροχρόνιο όφελος που παρέχει η μπελζουτιφάνη σε ποσοστό ασθενών, είναι ενθαρρυντικό στοιχείο για την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου. Επιπλέον, ο συνδυασμός ανοσοθεραπευτικών παραγόντων νιβολουμάμπης (αντι-PD1 αντίσωμα) και ιπιλιμουμάμπης (αντι-CTLA4 αντίσωμα) που αποτελεί καθιερωμένη αγωγή για τα διαυγοκυτταρικά νεοπλάσματα του νεφρού, απέδειξε στη μελέτη SUNNIFORECAST όφελος επιβίωσης και σε μη διαυγοκυτταρικά νεοπλάσματα και πιθανώς θα αποτελέσει νέα θεραπευτική επιλογή και γι' αυτή την ομάδα ασθενών.
Τα παραπάνω προφανώς καταδεικνύουν την ταχεία πρόοδο που παρατηρείται στη θεραπευτική των νεοπλασμάτων του ουροποιητικού συστήματος. Νέες θεραπευτικές επιλογές αναδύονται για τους ασθενείς με μεταστατική νόσο, ενώ το ερευνητικό ενδιαφέρον στρέφεται όλο και περισσότερο στην προσπάθεια ριζικότερης αντιμετώπισης της τοπικής νόσου, ώστε να αποτρέπει η περαιτέρω εξέλιξη του καρκίνου".