ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Προκλήσεις για συνταξιούχους - Δεν προστατεύει συντάξεις ο τιμάριθμος

25 Αυγούστου 2024, 06:00

images

Η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, χαρακτηρίζεται ως βασικό μέτρο πολιτικής για την προστασία των συνταξιούχων ενάντια στην διάβρωση του εισοδήματος τους, ωστόσο υπό το φως του πρόσφατου κύματος αύξησης τιμών και μείωσης του πραγματικού εισοδήματοςεργαζομένων, η τιμαριθμική αναπροσαρμογή δεν προστατεύει την αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων, σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Με βάση τα ευρήματα της έκθεσης για την επάρκεια συντάξεων στην ΕΕ, η οποία εκδίδεται ανά τριετία, αν και η αναπροσαρμογή βάσει μισθών είναι συνήθως πιο επωφελής για τους συνταξιούχους από την αναπροσαρμογή βάσει τιμών, αυτή η κατάσταση αντιστράφηκε κατά την πρόσφατη περίοδο ψηλού πληθωρισμού.

Η ξαφνική άνοδος τιμών και η πτώση στις πραγματικές απολαβές, έχει μειώσει την προστασία της αγοραστικής δύναμης των συνταξιούχων, οδηγώντας σε αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η τιμαριθμική αναπροσαρμογή στις συντάξεις, η εφαρμογή της οποίας ποικίλει ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, καθώς μπορεί να βασίζεται στους μισθούς, στις τιμές, ή σε συνδυασμό των δύο.

Στην Κύπρο, η τιμαριθμική αναπροσαρμογή δίνει ίσο βάρος, τόσο στις τιμές, όσο και στον παράγοντα των απολαβών, όπως επίσης ισχύει στη Βουλγαρία, Τσεχία, Λετονία και Νορβηγία.

Όπως σημειώνεται, σχεδόν όλα τα κράτη μέλη και η Νορβηγία έχουν προκαθορισμένη συχνότητα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η οποία πραγματοποιείται συνήθως μια φορά το χρόνο, τον Ιανουάριο. Η Κροατία, η Ουγγαρία και η Ολλανδία προχωρούν σε αναπροσαρμογή δύο φορές τον χρόνο, ενώ η Κύπρος, έχει μια δεύτερη στιγμή αναπροσαρμογής εάν ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξηθεί πέραν του 1%, στο πρώτο μισό του έτους.

Συνταξιοδοτικό: Ανισότητες και ανάγκη ολιστικής προσέγγισης

Την εν λόγω έκθεση προλογίζουν ο ευρωπαίος επίτροπος Εργασίας και Κοινωνικών Δικαιωμάτων Nicolas Schmit και η πρόεδρος της ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, σύμφωνα με τους οποίους, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες, η έκθεση επαναβεβαιώνει την σημασία και την ανθεκτικότητα των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων, καθώς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

Αναφορά γίνεται στην κρίση της πανδημίας και την κρίση αυξημένου κόστους διαβίωσης, κατά τις οποίες η επάρκεια των συνταξιοδοτικών συστημάτων διασφαλίστηκε μέσω ενός συνδυασμού ισχυρού συνταξιοδοτικού συστήματος και πλούσιας εργαλειοθήκης μέτρων αντιμετώπισης των κρίσεων, όπως σημειώνεται.

Ωστόσο, τονίζεται ότι σε κάποια κράτη μέλη, οι ηλικιωμένοι συνεχίζουν να βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού απ’ ότι ο εργαζόμενος πληθυσμός, αντιμετωπίζοντας προκλήσεις στην διατήρηση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου ζωής.

Ταυτόχρονα, επισημαίνεται ότι παραμένουν βαθιά ριζωμένες ανισότητες ανάμεσα σε ηλικιωμένους άντρες και γυναίκες και μεταξύ διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών ομάδων, ενώ δομικές προκλήσεις, που συνδέονται με τις δημογραφικές αλλαγές και τον νέο κόσμο εργασίας παραμένουν μεγάλες.

Τα ευρήματα της έκθεσης, σύμφωνα με τους δύο ευρωπαίους αξιωματούχους, υπογραμμίζουν την ανάγκη για ολιστική προσέγγιση σε ότι αφορά την υποστήριξη του επιπέδου ζωής στην τρίτη ηλικία, ενσωματώνοντας τις συντάξεις και άλλα σχετικά μέτρα πολιτικής. Επιπρόσθετα, διαπιστώνεται πως όσο μεγαλώνει το προσδόκιμο ζωής, η επαρκής ενίσχυση των συντάξεων και των συστημάτων μακροπρόθεσμης φροντίδας θα γίνεται ολοένα και πιο σημαντική για τη διατήρηση του επιπέδου ζωής στην «τέταρτη ηλικία».

Εντούτοις, τονίζεται πως οι προσπάθειες για βελτίωση της επάρκειας συντάξεων και διασφάλισης της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, πρέπει να προχωρούν χέρι-χέρι.

Σε επίπεδο ΕΕ, κρίνεται ότι ο ενισχυμένος συντονισμός στην αναφορά στοιχείων για την επάρκεια των συντάξεων, την μακροπρόθεσμη φροντίδα και την βιωσιμότητα των δαπανών που σχετίζονται με την ηλικία, μπορεί να διευκολύνει την ολιστική προσέγγιση των δημογραφικών προκλήσεων, διασφαλίζοντας την επάρκεια και τη βιωσιμότητα της κοινωνικής προστασίας και υποστηρίζοντας τη διαγενεακή δικαιοσύνη.

Τα βασικά ευρήματα

Στα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης σημειώνεται ότι ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού για τους ηλικιωμένους συνέχισε να αυξάνεται από το 2019, λαμβάνοντας ώθηση από την αυξανόμενη εισοδηματική φτώχεια, παρά τη μείωση στην υλική και κοινωνική στέρηση.

Διαπιστώθηκε ακόμα, ότι άτομα προχωρημένης ηλικίας, ιδιαίτερα γυναίκες, είναι γενικά σε μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας, ενώ το εισόδημα των ηλικιωμένων στην ΕΕ, παραμένει κάτω από το 90% του μέσου όρου εισοδήματος των ατόμων σε ηλικία εργασίας.

Την ίδια ώρα, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, επιβραδύνεται στην ΕΕ, κατά την τελευταία δεκαετία, με την μακροπρόθεσμη τάση να επηρεάζεται από τα επίπεδα θνησιμότητας που καταγράφηκαν κατά την πανδημία, αν και το ποσοστό υγιών χρόνων στην εναπομένουσα διάρκεια ζωής, παραμένει σταθερό από την αρχή του αιώνα.

Κατά μέσο όρο, ένας ευρωπαίος μπορεί να αναμένει να ζήσει 21 χρόνια ζωής μετά την αφυπηρέτηση, λαμβάνοντας σύνταξη, λίγο λιγότερο σε σχέση με το 2019, με την αλλαγή να αποδίδεται στην πανδημία του Covid-19.

Η μέση περίοδος λήψης σύνταξης, κυμαίνεται από 15 μέχρι 25 χρόνια, αντανακλώντας τις εθνικές διαφορές στην ηλικία συνταξιοδότησης και το προσδόκιμο ζωής. Η σχέση μεταξύ της διάρκειας της εργάσιμης ζωής (41 χρόνια κατά μέσο όρο) και της συνταξιοδότησης, ποικίλει ανάμεσα στην ΕΕ των 27 και τη Νορβηγία, που εξετάζει η έκθεση.

Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι η ανάγκη για φροντίδα υγείας και μακροπρόθεσμη φροντίδα τείνει να αυξάνεται με την ηλικία και σχετίζεται με ψηλότερο κίνδυνο φτώχειας, με την κάλυψη των αναγκών φροντίδας στην τρίτη ηλικία να παραμένει βασική κοινωνική πρόκληση.

Αναγνωρίζεται ακόμα, ότι κατά την περίοδο κρίσης του 2020-2023, η δυναμική συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης άλλαξε, καθώς όλα τα κράτη μέλη εφάρμοσαν ειδικά και προσωρινά μέτρα, ενώ συνεχίστηκε η τάση προς μόνιμη ενίσχυση των μηχανισμών επάρκειας.

Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι ενώ η αφυπηρέτηση δύο χρόνια πριν τη ηλικία συνταξιοδότησης επιφέρει ως επί το πλείστο προσωρινές ή μικρές μειώσεις στη σύνταξη, η εργασία πέραν της ηλικίας συνταξιοδότησης φέρνει γενικότερα ουσιαστικά αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης της σύνταξης. Ωστόσο, τα ποσοστά αναπλήρωσης αναμένεται να μειωθούν κατά τις επόμενες δεκαετίες.

Καταγράφεται επίσης, ότι τα συστήματα συνταξιοδότησης και φορολογίας, επηρεάζουν το επίπεδο και την (ανα)κατανομή των εσόδων συνταξιοδότησης, καθώς και τη μελλοντική ανάπτυξη επάρκειας, ενώ τα διαλείμματα στην καριέρα, δεν προστατεύονται το ίδιο από όλα τα συστήματα συνταξιοδότησης.

Η επίδραση του χάσματος φύλων και εκπαίδευσης

Η πλειοψηφία των ηλικιωμένων είναι γυναίκες, κάτι που σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, καθιστά το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στην τρίτη ηλικία ως ιδιαίτερη κοινωνική πρόκληση, ενώ πρόκληση για τις πολιτικές συνταξιοδότησης, χαρακτηρίζεται και η αντιμετώπιση της ανισότητας σε σχέση με το προσδόκιμο ζωής.

Ειδικότερα, πιο μορφωμένα άτομα, αναμένεται ότι ζουν περισσότερο στη συνταξιοδότηση, με το χάσμα να είναι ιδιαίτερα εμφανές ανάμεσα στους άντρες, ενώ άτομα με ψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, εισέρχονται και αποχωρούν από την αγορά εργασίας αρκετά αργότερα, σε σχέση με όσους έχουν χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης.

Σχολιάζοντας την επίπτωση των συγκεκριμένων παραγόντων, οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν ότι καθώς πολλές χώρες ανεβάζουν την ηλικία συνταξιοδότησης ως ανταπόκριση στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής, τα συστήματα συνταξιοδότησης ενδεχομένως να χρειαστεί να προσαρμόσουν τις οδούς αφυπηρέτησης για διαφορετικά προφίλ καριέρας, ώστε να αποτρέψουν την ανάπτυξη ανισοτήτων.

Από την ανισότητα εισοδημάτων εργασίας, στην ανισότητα συντάξεων

Η έκθεση συμπεραίνει ότι ο τρόπος με τον οποίο η ανισότητα στα εισοδήματα από την εργασία, μεταφράζεται σε ανισότητα στις συντάξεις, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προοδευτικότητα του συστήματος συνταξιοδότησης, η οποία εξαρτάται από παράγοντες όπως οριζόντια ωφελήματα και ωφελήματα βάσει εισοδηματικών κριτηρίων, ανώτατα όρια στις συνεισφορές στις συντάξεις και μειωμένα δικαιώματα σε περιπτώσεις ψηλών εισοδημάτων.

Καταλήγει ακόμα στο συμπέρασμα, ότι οι συντάξεις αυτοεργοδοτούμενων αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο ένα τρίτο χαμηλότερες από ότι των υπαλλήλων πλήρους απασχόλησης με παρόμοια καριέρα, λόγω διαφορών σε κανονισμούς και μέσα εισοδήματα.

Τιμαριθμική αναπροσαρμογή και μετριασμός επιπτώσεων κρίσης

Σημειώνεται ότι τα ευρωπαϊκά συστήματα συνταξιοδότησης και αντιμετώπισης της κρίσης, μετρίασαν την επίδραση της πανδημίας στις υφιστάμενες και τις μελλοντικές συντάξεις.

Επιπρόσθετα, ενώ το κύμα πληθωρισμού που παρατηρήθηκε κατά την χρονική περίοδο 2022-2023, μείωσε την πραγματική αξία των συντάξεων στα πλείστα κράτη μέλη, η αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων παρέμεινε προστατευμένη, σε σύγκριση με αυτή του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Τα μέτρα που συνέβαλαν σε αυτό, περιλαμβάνουν τις τιμαριθμικές αναπροσαρμογές, έκτακτες αυξήσεις ωφελημάτων, συμπληρώματα σύνταξης και άλλα χρηματικά ωφελήματα.

Η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, χαρακτηρίζεται ως βασικό μέτρο πολιτικής για την προστασία των συνταξιούχων ενάντια στην διάβρωση του εισοδήματος τους.

Ωστόσο, τονίζεται πως μακροπρόθεσμα, η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, δεν συμβαδίζει πλήρως με τις αυξήσεις στα εισοδήματα από την εργασία, στις πλείστες χώρες.

Αν και η αναπροσαρμογή των μισθών είναι συνήθως πιο επωφελής για τους συνταξιούχους από την αναπροσαρμογή των τιμών, αυτή η κατάσταση όπως επισημαίνεται, αντιστράφηκε κατά την πρόσφατη περίοδο ψηλού πληθωρισμού.

Η συχνότητα των αναπροσαρμογών χαρακτηρίζεται επίσης κλειδί, για την διασφάλιση της επάρκειας κατά τις περιόδους μεγάλης ανόδου των τιμών.

Αναγκαία η ανάλυση στοιχείων και ο συντονισμός

Υπό το φως των ευρημάτων της έκθεσης, τονίζεται ότι η επάρκεια και η βιωσιμότητα της κοινωνικής προστασίας στην τρίτη ηλικία, απαιτεί συνεχή παρακολούθηση και ανάλυση, περιλαμβανομένου του στενού συντονισμού μεταξύ της ανάλυσης βιωσιμότητας δαπανών που σχετίζονται με την ηλικία και της επάρκειας των συντάξεων και της μακροπρόθεσμης φροντίδας.

Οι ευρωπαϊκές αρχές προγραμματίζουν κοινή έκθεση που θα συνδέει τα ευρήματα της παρούσας έκθεσης επάρκειας συντάξεων του 2024, με εκθέσεις που αφορούν τη γήρανση. Η επόμενη έκθεση για την επάρκεια συντάξεων και την μακροπρόθεσμη φροντίδα, θα δημοσιευθεί το 2027.

Της Μαρίας Χαμπή

Σχετικά Άρθρα