ΚΕΦΕΑ: Ελάχιστες και διαχειρίσιμες οι ελλείψεις σε φαρμακευτικές ουσίες
29 Ιανουαρίου 2022, 06:00
Ελάχιστες και διαχειρίσιμες χαρακτήρισε τις ελλείψεις σε φαρμακευτικές ουσίες ο Προέδρος της ΚΕΦΕΑ, Κυριάκος Μικέλλης.
Σε συνέντευξη στο YgeiaWatch αναφέρει ότι «οι ελλείψεις φαρμάκων είναι ένα θέμα πολυπαραγοντικό το οποίο επηρεάζει όλες τις χώρες και όχι μόνο την Κύπρο. Δυστυχώς, ο τρόπος χειρισμού των φαρμάκων στη χώρα μας και η ανάγκη για κυκλοφορία κυπριακής συσκευασίας σε συνάρτηση με το μέγεθος της αγοράς, εντείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα».
«Ως ΚΕΦΕΑ, θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος περνά μέσα από την πλήρη ανάληψη της ευθύνης διαχείρισης της κυκλοφορίας των φαρμάκων από τις φαρμακευτικές εταιρείες», προσθέτει.
Αναφορικά με την αξιολόγηση της κατάστασης σε σχέση με τα φάρμακα εντός του συστήματος του ΓεΣΥ εδώ και δυόμιση χρόνια, ο κ. Μικέλλης εκτιμά ότι «αν επιχειρήσει κανείς μια γρήγορη ανασκόπηση στην πορεία των δυόμιση αυτών χρόνων, θα διαπιστώσει πως στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έχουν επέλθει σημαντικές βελτιώσεις, κυρίως σε σχέση με τον τρόπο χορήγησης των φαρμάκων στους ασθενείς, τη χρήση των ιδιωτικών φαρμακείων και την παροχή περισσότερων επιλογών στους ιατρούς».
«Ωστόσο, στη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας, τα δεδομένα δεν έχουν βελτιωθεί όλο αυτό το διάστημα, ενώ σε μεγάλο βαθμό έχουν μείνει στάσιμα στην προ-ΓεΣΥ εποχή», συμπληρώνει.
«Όσο δε παρατηρούνται καθυστερήσεις στην εφαρμογή των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, όπως και των προνοιών του μνημονίου συναντίληψης, το οποίο συνομολογήθηκε το 2019 μεταξύ ΟΑΥ, Υπουργείου Υγείας και φαρμακευτικής βιομηχανίας, πολύ φοβάμαι ότι, καθώς η υπομονή εξαντλείται, οι φαρμακευτικές εταιρείες πιθανόν να οδηγηθούν στο να επανεξετάσουν τη στάση τους σε μια σειρά από ζητήματα», αναφέρει.
Ποια φάρμακα εξαιρούνται από το ΓεΣΥ
Σε σχετικό ερώτημα ανέφερε ότι «είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής ότι σε κανένα σύστημα Υγείας δεν παρέχονται όλες οι κατηγορίες φαρμάκων. Συνήθως, κατηγορίες όπως τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα (παυσίπονα, βιταμίνες κ.α) όπως και τα αποκαλούμενα “lifestyle” φάρμακα (αντισυλληπτικά κ.α), δεν περιλαμβάνονται στα συστήματα αποζημίωσης των συστημάτων Υγείας, καθώς στις πλείστες των περιπτώσεων δεν κατατάσσονται στα σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς. Όταν χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς τότε θα πρέπει να αποζημιώνονται».
«Δυστυχώς όμως στη δική μας περίπτωση, πέραν των πιο πάνω κατηγοριών, δεν περιλαμβάνονται στο σύστημα σημαντικές κατηγορίες φαρμάκων, όπως οι νέες θεραπείες για τον διαβήτη. Υπάρχουν δε άλλες κατηγορίες φαρμάκων, των οποίων οι περιορισμοί στη συνταγογράφηση είναι τέτοιοι, που δύσκολα δίνονται στους δικαιούχους», πρόσθεσε.
Η διαδικασία προμήθειας των φαρμάκων
Για τη διαδικασία προμήθειας των φαρμάκων, σημειώνει ότι πρόκειται για μια πολύπλοκη και παρωχημένη διαδικασία η οποία χρειάζεται άμεσα εκσυγχρονισμό. Η διαδικασία για την προμήθεια φαρμάκων είναι ανάλογη της κατηγορίας του φαρμάκου και του τρόπου χορήγησης στους ασθενείς. Ως εκ τούτου χωρίζονται στα:
• φάρμακα πρωτοβάθμιας φροντίδας τα οποία παρέχονται απευθείας από τους εισαγωγείς στα ιδιωτικά φαρμακεία και μέσω αυτών, στους ασθενείς. Η διαδικασία κρίνεται ως αποτελεσματική ενώ βοηθά επίσης τις εταιρείες να κάνουν αποτελεσματικό και έγκαιρο προγραμματισμό προς αποφυγή ελλείψεων
• φάρμακα δευτεροβάθμιας φροντίδας, στα οποία μέχρι στιγμής περιλαμβάνονται μόνο όσα φάρμακα ήταν διαθέσιμα στο κρατικό σύστημα Υγείας στην προ-ΓΕΣΥ εποχή. Τα συγκεκριμένα φάρμακα εξακολουθεί να τα προμηθεύεται η Διεύθυνση Αγορών και Προμηθειών (Δ.Α.Π) του Υπουργείου Υγείας μέσω διαγωνισμών, για λογαριασμό του ΟΑΥ. Η πρακτική αυτή ακολουθούταν και πριν την εφαρμογή του ΓεΣΥ. Ακολούθως τα φάρμακα αυτά διανέμονται στους ασθενείς μέσω των φαρμακείων του ΟΚΥπΥ
• φάρμακα που χρησιμοποιούνται εντός των νοσοκομείων του ΟΚΥπΥ, που και αυτά τα προμηθεύεται με ξεχωριστές αλλά ίδιες διαδικασίες η Δ.Α.Π, για λογαριασμό του ΟΚΥπΥ
• εμβόλια που προμηθεύεται η Δ.Α.Π, μέσω διαγωνισμών και τα διακινεί στους προσωπικούς ιατρούς σε συνεργασία με τον ΟΑΥ, για λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας
• φάρμακα που εγκρίνονται μετά από αίτημα Επαγγελματία Υγείας στην Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων για συγκεκριμένο ασθενή. Η προμήθεια των φαρμάκων αυτών γίνεται μέσω συνοπτικών διαδικασιών (διαπραγματεύσεων) από τη Δ.Α.Π για λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και αφορούν τον κάθε ασθενή ξεχωριστά.
«Με εξαίρεση την πρώτη κατηγορία, η διαδικασία ως έχει, αναπόφευκτα δημιουργεί προβλήματα και καθυστερήσεις, ενώ χρήζει άμεσων και δραστικών αλλαγών», σημείωσε.
Πρόσθεσε, ακόμη, ότι «πέραν τούτου, με τα υφιστάμενα δεδομένα είναι ορατό το ενδεχόμενο να τρέχουν παράλληλα διαφορετικές διαδικασίες για το ίδιο φάρμακο, γεγονός που προκαλεί σύγχυση και αχρείαστη ταλαιπωρία»
«Πεποίθηση της ΚΕΦΕΑ είναι, πως η επίλυση ή έστω ο περιορισμός των προβλημάτων που προκύπτουν, μπορεί να επέλθει μέσα από το να δοθεί η διαχείριση όλων των φαρμάκων στις φαρμακευτικές εταιρείες και στους εισαγωγείς/διανομείς φαρμάκων, οι οποίοι έχουν μια εξειδίκευση στα θέματα αυτά», τόνισε.
Έκανε εξίσου λόγο ότι «αυτή άλλωστε, ήταν η κοινή αντίληψη κατά τη διάρκεια των συζητήσεων μεταξύ των αρμοδίων φορέων, πριν την εφαρμογή του ΓΕΣΥ. Το κράτος και το Υπουργείο Υγείας δεν μπορούν, εν έτει 2022, να συνεχίσουν να λειτουργούν ως χονδρέμποροι και διανομείς φαρμάκων».
Το πρόβλημα και η επίλυση της πρόσβασης στα φάρμακα
Στο ερώτημα γιατί εξακολουθεί να υπάρχει το πρόβλημα της πρόσβασης των ασθενών σε φάρμακα, απάντησε ότι «το βασικό πρόβλημα προκύπτει από τις σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση όσων θα έπρεπε να είχαν ήδη υιοθετηθεί πριν την έναρξη της β’ φάσης εφαρμογής του ΓεΣΥ. Δυόμιση χρόνια μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ, εκκρεμεί η επικαιροποίηση ή εκεί που δεν υπάρχει, η υιοθέτηση, κατευθυντήριων οδηγιών για τους γιατρούς».
«Χωρίς τις κατευθυντήριες αυτές οδηγίες, δύσκολα μπορεί να υπάρξει αλλαγή και πρόοδος στα υφιστάμενα δεδομένα», πρόσθεσε.
Υπογράμμισε, επίσης, ότι «αν οι αρμόδιες Αρχές επιθυμούν εκσυγχρονισμό και αλλαγή, μπορούν εύκολα να υιοθετήσουν άμεσα ήδη υφιστάμενες κατευθυντήριες οδηγίες, οι οποίες έχουν εκδοθεί από αντίστοιχες ευρωπαϊκές επιστημονικές εταιρείες, όπως κάνουν άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ».
«Δεν θα θέλαμε σε καμία περίπτωση να γίνουμε μάρτυρες υιοθέτησης “κυπρογενών κατευθυντήριων οδηγιών” που να θέτουν ως μοναδικό κριτήριο το οικονομικό, καθώς σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο τα δεδομένα θα καταστούν ακόμα χειρότερα», είπε.
Συμπλήρωσε, ακόμη, ότι «σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι εταιρείες φαρμάκων πρέπει να υποβάλλουν αίτηση για ένταξη ενός φαρμάκου στο σύστημα Υγείας ενώ ο ΟΑΥ μέσω των Συμβουλευτικών Επιτροπών, οι οποίες πρέπει να λειτουργούν ως ανεξάρτητες και με πλήρη διαφάνεια, έχει ευθύνη αξιολόγησης και λήψης απόφασης για την ένταξη ενός φαρμάκου στο σύστημα, εντός 90 ημερών».
Για την επίλυση του προβλήματος, ανέφερε ότι «είμαστε πεπεισμένοι ότι αν τηρηθούν οι πρόνοιες της νομοθεσίας θα υπάρξει απάμβλυνση του προβλήματος, ενώ οι ασθενείς θα αποκτήσουν πρόσβαση στις ενδεδειγμένες θεραπείες ανά περίπτωση».
«Από τη δική μας πλευρά θέλουμε να καταστήσουμε σαφές πως ως φαρμακευτικές εταιρείες, αναπτύσσουμε νέα καινοτόμα φάρμακα με την προσδοκία να είναι χρήσιμα σε αυτούς που τα χρειάζονται όταν τα χρειάζονται», δήλωσε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι «για να επιτευχθεί όμως αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον στο οποίο όλα τα φάρμακα θα είναι διαθέσιμα προς χρήση στην κυπριακή αγορά, σύμφωνα πάντα με τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις ανάγκες των ασθενών».
Της Ουρανίας Στυλιανού
Η συνέντευξη
-Έχουν περάσει περισσότερα από δυόμιση χρόνια από την εφαρμογή του ΓεΣΥ. Πώς αξιολογείτε την κατάσταση σε σχέση με τα φάρμακα εντός του συστήματος;
-Αν επιχειρήσει κανείς μια γρήγορη ανασκόπηση στην πορεία των δυόμιση αυτών χρόνων, θα διαπιστώσει πως στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έχουν επέλθει σημαντικές βελτιώσεις, κυρίως σε σχέση με τον τρόπο χορήγησης των φαρμάκων στους ασθενείς, τη χρήση των ιδιωτικών φαρμακείων και την παροχή περισσότερων επιλογών στους ιατρούς. Ωστόσο, στη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας, τα δεδομένα δεν έχουν βελτιωθεί όλο αυτό το διάστημα, ενώ σε μεγάλο βαθμό έχουν μείνει στάσιμα στη προ-ΓεΣΥ εποχή. Όσο δε παρατηρούνται καθυστερήσεις στην εφαρμογή των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, όπως και των προνοιών του μνημονίου συναντίληψης, το οποίο συνομολογήθηκε το 2019 μεταξύ ΟΑΥ, Υπουργείου Υγείας και φαρμακευτικής βιομηχανίας, πολύ φοβάμαι ότι, καθώς η υπομονή εξαντλείται, οι φαρμακευτικές εταιρείες πιθανόν να οδηγηθούν στο να επανεξετάσουν τη στάση τους σε μια σειρά από ζητήματα.
-Πόσο σοβαρό είναι το πρόβλημα της έλλειψης φαρμάκων στην αγορά; Σε ποιες ενέργειες προβαίνετε ως ΚΕΦΕΑ;
-Οι ελλείψεις φαρμάκων είναι ένα θέμα πολυπαραγοντικο το οποίο επηρεάζει όλες τις χώρες και όχι μόνο την Κύπρο. Δυστυχώς, ο τρόπος χειρισμού των φαρμάκων στη χώρα μας και η ανάγκη για κυκλοφορία κυπριακής συσκευασίας σε συνάρτηση με το μέγεθος της αγοράς, εντείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα. Σήμερα, μετά τις αρχικές δυσκολίες που παρουσιάστηκαν κατά την έναρξη εφαρμογής του ΓεΣΥ, οι ελλείψεις σε φαρμακευτικές ουσίες είναι ελάχιστες και διαχειρίσιμες. Ως ΚΕΦΕΑ, θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος περνά μέσα από την πλήρη ανάληψη της ευθύνης διαχείρισης της κυκλοφορίας των φαρμάκων από τις φαρμακευτικές εταιρείες. Όταν εφαρμοστεί η πρόνοια αυτή, η οποία να σημειώσουμε αποτελεί μέρος όσων έχουν ήδη συμφωνηθεί με τις αρμόδιες Αρχές στο παρελθόν, οι εταιρείες και οι εισαγωγείς θα έχουν γνώση όλων των δεδομένων στην αγορά, και επομένως είναι σε θέση να κάνουν σωστό προγραμματισμό σε επίπεδο παραγγελιών και αποθεμάτων, γεγονός που θα περιορίσει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα των πιθανών ελλείψεων.
-Στο ΓΕΣΥ περιλαμβάνονται όλα τα φάρμακα; Ποια εξαιρούνται και με ποια λογική;
-Είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής ότι σε κανένα σύστημα Υγείας δεν παρέχονται όλες οι κατηγορίες φαρμάκων. Συνήθως, κατηγορίες όπως τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα (παυσίπονα, βιταμίνες κ.α) όπως και τα αποκαλούμενα “lifestyle” φάρμακα (αντισυλληπτικά κ.α), δεν περιλαμβάνονται στα συστήματα αποζημίωσης των συστημάτων Υγείας, καθώς στις πλείστες των περιπτώσεων δεν κατατάσσονται στα σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς. Όταν χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς τότε θα πρέπει να αποζημιώνονται.
Δυστυχώς όμως στη δική μας περίπτωση, πέραν των πιο πάνω κατηγοριών, δεν περιλαμβάνονται στο σύστημα σημαντικές κατηγορίες φαρμάκων, όπως οι νέες θεραπείες για τον διαβήτη. Υπάρχουν δε άλλες κατηγορίες φαρμάκων, των οποίων οι περιορισμοί στη συνταγογράφηση είναι τέτοιοι, που δύσκολα δίνονται στους δικαιούχους.
-Ποια η διαδικασία που ακολουθείται για την προμήθεια φαρμάκων στο σύστημα υγείας;
-Πρόκειται για μια πολύπλοκη και παρωχημένη διαδικασία η οποία χρειάζεται άμεσα εκσυγχρονισμό. Η διαδικασία για την προμήθεια φαρμάκων είναι ανάλογη της κατηγορίας του φαρμάκου και του τρόπου χορήγησης στους ασθενείς. Ως εκ τούτου χωρίζονται στα:
· φάρμακα πρωτοβάθμιας φροντίδας τα οποία παρέχονται απευθείας από τους εισαγωγείς στα ιδιωτικά φαρμακεία και μέσω αυτών, στους ασθενείς. Η διαδικασία κρίνεται ως αποτελεσματική ενώ βοηθά επίσης τις εταιρείες να κάνουν αποτελεσματικό και έγκαιρο προγραμματισμό προς αποφυγή ελλείψεων
· φάρμακα δευτεροβάθμιας φροντίδας, στα οποία μέχρι στιγμής περιλαμβάνονται μόνο όσα φάρμακα ήταν διαθέσιμα στο κρατικό σύστημα Υγείας στην προ-ΓΕΣΥ εποχή. Τα συγκεκριμένα φάρμακα εξακολουθεί να τα προμηθεύεται η Διεύθυνση Αγορών και Προμηθειών (Δ.Α.Π) του Υπουργείου Υγείας μέσω διαγωνισμών, για λογαριασμό του ΟΑΥ. Η πρακτική αυτή ακολουθούταν και πριν την εφαρμογή του ΓεΣΥ. Ακολούθως τα φάρμακα αυτά διανέμονται στους ασθενείς μέσω των φαρμακείων του ΟΚΥπΥ
· φάρμακα που χρησιμοποιούνται εντός των νοσοκομείων του ΟΚΥπΥ, που και αυτά τα προμηθεύεται με ξεχωριστές αλλά ίδιες διαδικασίες η Δ.Α.Π, για λογαριασμό του ΟΚΥπΥ
· εμβόλια που προμηθεύεται η Δ.Α.Π, μέσω διαγωνισμών και τα διακινεί στους προσωπικούς ιατρούς σε συνεργασία με τον ΟΑΥ, για λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας
· φάρμακα που εγκρίνονται μετά από αίτημα Επαγγελματία Υγείας στην Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων για συγκεκριμένο ασθενή. Η προμήθεια των φαρμάκων αυτών γίνεται μέσω συνοπτικών διαδικασιών (διαπραγματεύσεων) από τη Δ.Α.Π για λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και αφορούν τον κάθε ασθενή ξεχωριστά
Με εξαίρεση την πρώτη κατηγορία, η διαδικασία ως έχει, αναπόφευκτα δημιουργεί προβλήματα και καθυστερήσεις, ενώ χρήζει άμεσων και δραστικών αλλαγών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δυσκολίας πρόσβασης των ασθενών σε κατηγορίες φαρμάκων και θεραπειών, αποτελεί η αναφορά της Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην ετήσια έκθεσή της για το 2020, σύμφωνα με την οποία ασθενής, αναγκάστηκε να προσφύγει κοντά της, μετά από αίτημα στην Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων, έτσι ώστε να του δοθεί πρόσβαση στην ενδεδειγμένη θεραπεία για τον ίδιο. Πέραν τούτου, με τα υφιστάμενα δεδομένα είναι ορατό το ενδεχόμενο να τρέχουν παράλληλα διαφορετικές διαδικασίες για το ίδιο φάρμακο, γεγονός που προκαλεί σύγχυση και αχρείαστη ταλαιπωρία. Πεποίθηση της ΚΕΦΕΑ είναι, πως η επίλυση ή έστω ο περιορισμός των προβλημάτων που προκύπτουν, μπορεί να επέλθει μέσα από το να δοθεί η διαχείριση όλων των φαρμάκων στις φαρμακευτικές εταιρείες και στους εισαγωγείς/διανομείς φαρμάκων, οι οποίοι έχουν μια εξειδίκευση στα θέματα αυτά. Αυτή άλλωστε, ήταν η κοινή αντίληψη κατά τη διάρκεια των συζητήσεων μεταξύ των αρμοδίων φορέων, πριν την εφαρμογή του ΓΕΣΥ. Το κράτος και το Υπουργείο Υγείας δεν μπορούν, εν έτει 2022, να συνεχίσουν να λειτουργούν ως χονδρέμποροι και διανομείς φαρμάκων.
-Γιατί εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλημα στην πρόσβαση των ασθενών σε φάρμακα και θεραπείες; Πώς μπορεί να επιλυθεί αυτό το ζήτημα;
-Το βασικό πρόβλημα προκύπτει από τις σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση όσων θα έπρεπε να είχαν ήδη υιοθετηθεί πριν την έναρξη της β’ φάσης εφαρμογής του ΓεΣΥ. Δυόμιση χρόνια μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ, εκκρεμεί η επικαιροποίηση ή εκεί που δεν υπάρχει, η υιοθέτηση, κατευθυντήριων οδηγιών για τους γιατρούς. Κατευθυντήριες οδηγίες και πρωτόκολλά, τα οποία να συνάδουν με τα διεθνή/ευρωπαϊκά πρότυπα, δεδομένα και πρακτικές. Χωρίς τις κατευθυντήριες αυτές οδηγίες, δύσκολα μπορεί να υπάρξει αλλαγή και πρόοδος στα υφιστάμενα δεδομένα.
Αν οι αρμόδιες Αρχές επιθυμούν εκσυγχρονισμό και αλλαγή, μπορούν εύκολα να υιοθετήσουν άμεσα ήδη υφιστάμενες κατευθυντήριες οδηγίες, οι οποίες έχουν εκδοθεί από αντίστοιχες ευρωπαϊκές επιστημονικές εταιρείες, όπως κάνουν άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Δεν θα θέλαμε σε καμία περίπτωση να γίνουμε μάρτυρες υιοθέτησης «κυπρογενών κατευθυντήριων οδηγιών» που να θέτουν ως μοναδικό κριτήριο το οικονομικό, καθώς σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο τα δεδομένα θα καταστούν ακόμα χειρότερα.
Επιπρόσθετα, θα έπρεπε ήδη να είχαν διοριστεί και καταρτιστεί σε Σώμα, όλες οι αρμόδιες Επιτροπές που προνοούνται από τη νομοθεσία και έχουν την ευθύνη χειρισμού των φαρμάκων εντός του συστήματος. Αξίζει να σημειωθεί πως από τις τρεις Επιτροπές που προνοεί η νομοθεσία, μόνο η μια έχει συσταθεί και λειτουργεί (Συμβουλευτική Επιτροπή Φαρμάκων), ενώ μόλις πρόσφατα ενημερωθήκαμε πως έχει συσταθεί η δεύτερη (Συμβουλευτική Επιτροπή Αποζημίωσης Φαρμάκων). Εκκρεμεί ακόμα η σύσταση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι εταιρείες φαρμάκων πρέπει να υποβάλλουν αίτηση για ένταξη ενός φαρμάκου στο σύστημα Υγείας ενώ ο ΟΑΥ μέσω των Συμβουλευτικών Επιτροπών, οι οποίες πρέπει να λειτουργούν ως ανεξάρτητες και με πλήρη διαφάνεια, έχει ευθύνη αξιολόγησης και λήψης απόφασης για την ένταξη ενός φαρμάκου στο σύστημα, εντός 90 ημερών. Είμαστε πεπεισμένοι ότι αν τηρηθούν οι πρόνοιες της νομοθεσίας θα υπάρξει απάμβλυνση του προβλήματος, ενώ οι ασθενείς θα αποκτήσουν πρόσβαση στις ενδεδειγμένες θεραπείες ανά περίπτωση.
Από τη δική μας πλευρά θέλουμε να καταστήσουμε σαφές πως ως φαρμακευτικές εταιρείες, αναπτύσσουμε νέα καινοτόμα φάρμακα με την προσδοκία να είναι χρήσιμα σε αυτούς που τα χρειάζονται όταν τα χρειάζονται. Για να επιτευχθεί όμως αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον στο οποίο όλα τα φάρμακα θα είναι διαθέσιμα προς χρήση στην κυπριακή αγορά, σύμφωνα πάντα με τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις ανάγκες των ασθενών.
Tags: αντιδιαβητικά φάρμακα, αντιικά φάρμακα, ΓΕΣΥ, φάρμακα