Η πρώιμη φυσική εμμηνόπαυση συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου
30 Οκτωβρίου 2025, 09:00
Όσες γυναίκες βιώνουν πρώιμη εμμηνόπαυση ενδέχεται να αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου, ενός συνόλου προβλημάτων υγείας που μπορούν να αυξήσουν τις πιθανότητες καρδιακών παθήσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου και διαβήτη. Ειδικότερα, νέα μελέτη μεγάλης κλίμακας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πρώιμη εμμηνόπαυση συνδέεται με 27% υψηλότερο σχετικό κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου σε σύγκριση με την εμμηνόπαυση που εμφανίζεται αργότερα στη ζωή. Η έρευνα παρουσιάστηκε στην Ετήσια Συνάντηση της Εταιρείας Εμμηνόπαυσης 2025 στο Ορλάντο, στις 21-25 Οκτωβρίου.
Για να διεξαγάγουν την έρευνά τους, οι επιστήμονες ανέλυσαν ηλεκτρονικά αρχεία υγείας από περισσότερες από 234.000 γυναίκες που εμφάνισαν εμμηνόπαυση μεταξύ των ηλικιών 30 και 60. Τα κριτήρια της μελέτης απέκλεισαν εκείνες των οποίων η εμμηνόπαυση προκλήθηκε από αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή, ακτινοβολία, χημειοθεραπεία ή ορμονοθεραπεία, για να επικεντρωθούν αποκλειστικά σε περιπτώσεις φυσικής εμμηνόπαυσης.
Η ομάδα διερεύνησε τη συχνότητα εμφάνισης του μεταβολικού συνδρόμου που ορίζεται ως συνδυασμός παραγόντων κινδύνου όπως η παχυσαρκία, η υψηλή αρτηριακή πίεση, το αυξημένο σάκχαρο στο αίμα και τα υψηλά τριγλυκερίδια, και εξέτασε πώς αυτή η συχνότητα εμφάνισης ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία εμμηνόπαυσης.
Αυτές οι καταστάσεις, όταν συνυπάρχουν, αυξάνουν δραματικά τις πιθανότητες εμφάνισης σοβαρών χρόνιων παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων, του διαβήτη τύπου 2 και ορισμένων μορφών καρκίνου.
Για να προσδιορίσουν τη σχέση μεταξύ της ηλικίας εμμηνόπαυσης και του μεταβολικού κινδύνου, οι ερευνητές κατηγοριοποίησαν την εμμηνόπαυση ως «πρώιμη» ή «όψιμη» και συνέκριναν τα ποσοστά μεταβολικού συνδρόμου σε αυτές τις ομάδες. Επίσης, έκαναν προσαρμογές για πιθανούς παράγοντες όπως η χρήση φαρμάκων και ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ).
Συνολικά, το 11,7% όσων συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη ανέπτυξαν μεταβολικό σύνδρομο. Ωστόσο, όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα, εντόπισαν διαφορές οι οποίες σχετίζονταν με την ηλικία στην οποία μία γυναίκα έμπαινε στην εμμηνόπαυση. Μεταξύ εκείνων που πέρασαν πρόωρα την εμμηνόπαυση, το 13,5% διαγνώστηκε με μεταβολικό σύνδρομο. Αντίθετα, μόνο το 10,8% όσων είχαν όψιμη εμμηνόπαυση είχαν την πάθηση. Αυτή η διαφορά μεταφράστηκε σε αυξημένο σχετικό κίνδυνο για μεταβολικό σύνδρομο κατά 27% μεταξύ εκείνων που εμφάνισαν πρώιμη φυσική εμμηνόπαυση.
Επιπλέον, αυτός ο αυξημένος κίνδυνος παρέμεινε ακόμη και αφού οι ερευνητές προσάρμοσαν άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα της υγείας, όπως ο ΔΜΣ, η φυλή και η χρήση ορισμένων φαρμάκων.
Η συγγραφέας της μελέτης Shefali Setia Verman, PhD, επίκουρη καθηγήτρια Παθολογίας και Εργαστηριακής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, τόνισε ότι η ηλικία στην οποία μία γυναίκα βιώνει εμμηνόπαυση είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό ορόσημο για την αναπαραγωγική υγεία.
«Η αναγνώριση της πρώιμης εμμηνόπαυσης ως δείκτη μεταβολικού συνδρόμου δίνει στους κλινικούς ιατρούς την ευκαιρία να εντοπίσουν νωρίτερα το ποιες γυναίκες που διατρέχουν κίνδυνο και να παρέμβουν νωρίτερα για την πρόληψη καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και άλλων επιπλοκών», δήλωσε η Verman σε δελτίο τύπου. Τα ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν επίσης ότι η ηλικία κατά την οποία εμφανίζεται η εμμηνόπαυση θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως σημαντικός κλινικός δείκτης για το μεταβολικό κίνδυνο κατά τη διάρκεια της μετεμμηνόπαυσης.
Ο έλεγχος της εμμηνόπαυσης θα συμπεριληφθεί στους υγειονομικούς ελέγχους του βρετανικού NHS από το επόμενο έτος
Ο ιατρικός έλεγχος για την εμμηνόπαυση πρόκειται να ενσωματωθεί επίσημα στους υγειονομικούς ελέγχους του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS) στην Αγγλία για 1η φορά.
Οι γυναίκες που υποβάλλονται στους ελέγχους - που προσφέρονται σε γυναίκες ηλικίας 40 έως 74 ετών κάθε 5 χρόνια - θα ερωτώνται για την εμμηνόπαυση, τα συμπτώματα και τα προβλήματα που πιθανώς να αντιμετωπίζουν.
Σύμφωνα με το BBC, η κυβέρνηση δήλωσε ότι το μέτρο θα φέρει την εμμηνόπαυση στο επίκεντρο της συζήτησης. Ωστόσο, οι ακτιβιστές προειδοποίησαν ότι η συμμετοχή σε υγειονομικούς ελέγχους ήταν ανησυχητικά χαμηλή σε ορισμένες κοινότητες, επομένως δεν μπορεί να ωφεληθούν αρκετές γυναίκες.
Οι υγειονομικοί έλεγχοι αποσκοπούν κυρίως στον εντοπισμό ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης παθήσεων όπως καρδιαγγειακές παθήσεις, εγκεφαλικό επεισόδιο, νεφρική νόσο, διαβήτη και άνοια και περιλαμβάνουν ελέγχους αρτηριακής πίεσης και χοληστερόλης, καθώς και μέτρηση του ΔΜΣ (δείκτη μάζας σώματος) ενός ατόμου και συνήθως πραγματοποιούνται σε φαρμακεία και ιατρεία γενικών ιατρών.
Οι ακριβείς ερωτήσεις δεν έχουν ακόμη αποφασιστεί, αλλά ο Υπουργός Υγείας δήλωσε ότι ελπίζει πως η κίνηση αυτή θα βελτιώσει την προσφερόμενη υποστήριξη. «Οι γυναίκες υποφέρουν σιωπηλά για πάρα πολύ καιρό και δεν έχουν ενθαρρυνθεί ώστε να μιλήσουν ανοιχτά για τα συμπτώματα που βιώνουν. Αυτό συχνά σημαίνει ότι καλούνται να διαχειριστούν την εμμηνόπαυση μόνες τους με ελάχιστη υποστήριξη».
Η εμμηνόπαυση επηρεάζει όλες τις γυναίκες διαφορετικά, με τις περισσότερες να βιώνουν τη μετάβαση μεταξύ των ηλικιών 45 και 55, αν και τα συμπτώματα μπορεί να ξεκινήσουν νωρίτερα κατά την προεμμηνόπαυση. Τα ¾ των γυναικών εμφανίζουν διάφορα συμπτώματα – από σωματικές αλλαγές όπως πόνο στις αρθρώσεις, αύξηση βάρους και εξάψεις έως γνωστικές επιπτώσεις όπως προβλήματα μνήμης και εγκεφαλική ομίχλη. Αυτά τα συμπτώματα μπορούν να διαρκέσουν κατά μέσο όρο 7 χρόνια και να επηρεάσουν σημαντικά την καθημερινότητα των γυναικών, ωστόσο, έρευνες δείχνουν ότι λιγότερη από 1 στις 10 αισθάνεται ότι έχει αρκετές πληροφορίες για να τα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.
Η Πρέσβειρα Υγείας των Γυναικών, Dame Lesley Regan, χαιρέτισε την κίνηση, λέγοντας: «Περίπου 400.000 γυναίκες στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μπουν στην εμμηνόπαυση φέτος, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία τους θα έχει πολύ λίγες γνώσεις για το τι κρύβεται πίσω από τα πολλά και ποικίλα συμπτώματα».
Τέλος, η καθηγήτρια Ranee Thakar, από το Βασιλικό Κολλέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων, δήλωσε ότι αυτή η πρωτοβουλία θα βοηθήσει «στην κατάρρευση των φραγμών και στη μείωση του στιγματισμού». Ωστόσο, επεσήμανε ότι το προσωπικό που διενεργεί τους υγειονομικούς ελέγχους θα χρειαστεί εκπαίδευση ώστε η αλλαγή να έχει το μέγιστο θετικό αντίκτυπο.
