Είδος κατάθλιψης συνδέεται με φλεγμονές
25 Οκτωβρίου 2025, 08:00
Νέα μελέτη δείχνει ότι η γενετική προδιάθεση ενός ατόμου για χρόνια φλεγμονή μπορεί να καθορίζει ένα συγκεκριμένο υποτύπο κατάθλιψης που συνδέεται με μεταβολικά προβλήματα. Η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι αυτή η γενετική επιβάρυνση σχετίζεται με τα αποτελέσματα της αντικαταθλιπτικής θεραπείας με έναν περίπλοκο, μη γραμμικό τρόπο.
Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή είναι μια πάθηση με ποικίλα συμπτώματα και διαφορετικές ανταποκρίσεις στη θεραπεία. Πολλοί ασθενείς δεν βρίσκουν ανακούφιση από τις πρώτες θεραπείες, γεγονός που ωθεί τους επιστήμονες να αναζητήσουν βιολογικούς δείκτες που θα μπορούσαν να εξηγήσουν αυτή την ποικιλομορφία και να επιτρέψουν πιο εξατομικευμένη ιατρική φροντίδα. Ένας τομέας που προσελκύει αυξανόμενο ενδιαφέρον είναι η σύνδεση της κατάθλιψης με το ανοσοποιητικό σύστημα και, ειδικότερα, με τη χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή. Ένας βασικός δείκτης φλεγμονής στο αίμα είναι η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP), η οποία συχνά βρίσκεται αυξημένη σε άτομα με κατάθλιψη.
Ωστόσο, η μέτρηση της CRP από δείγματα αίματος δεν είναι πάντα αξιόπιστη, καθώς τα επίπεδά της μπορούν να επηρεαστούν από τη διατροφή, μια λοίμωξη ή το στρες. Γι’ αυτό, μια διεθνής ομάδα ερευνητών, με επικεφαλής τον Alessandro Serretti από το Πανεπιστήμιο Kore του Enna (Ιταλία), αναζήτησε έναν πιο σταθερό τρόπο να μελετήσει τη σχέση φλεγμονής–κατάθλιψης. Χρησιμοποίησαν ένα πολυγονιδιακό σκορ (polygenic score), το οποίο συνοψίζει τη γενετική τάση ενός ατόμου να έχει υψηλά ή χαμηλά επίπεδα CRP σε όλη του τη ζωή.
Αν και προηγούμενες μελέτες είχαν εξετάσει είτε τη σχέση αυτού του σκορ με συμπτώματα κατάθλιψης είτε με την ανταπόκριση στη θεραπεία, αυτή η έρευνα ήταν η πρώτη που συνδύασε και τα δύο σε ένα μεγάλο δείγμα ασθενών.
Η μελέτη
Η έρευνα περιελάμβανε 1.059 άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο για τη Μελέτη της Ανθεκτικής Κατάθλιψης. Όλοι είχαν διάγνωση μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και λάμβαναν αντικαταθλιπτικά φάρμακα για τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες. Οι ερευνητές κατέγραψαν αναλυτικά κλινικά δεδομένα, όπως η σοβαρότητα των συμπτωμάτων, η οποία αξιολογήθηκε με την κλίμακα Montgomery–Åsberg Depression Rating Scale (MADRS).
Με βάση την ανταπόκρισή τους στα φάρμακα, οι ασθενείς χωρίστηκαν σε:
•ανταποκρινόμενους,
•μη ανταποκρινόμενους, και
•ανθεκτικούς στη θεραπεία (δηλαδή όσους δεν ανταποκρίθηκαν σε τουλάχιστον δύο διαφορετικά αντικαταθλιπτικά).
Για κάθε συμμετέχοντα υπολογίστηκε ένα πολυγονιδιακό σκορ για την CRP, βασισμένο στα γενετικά του δεδομένα και σε στατιστικά μοντέλα του UK Biobank, μιας τεράστιας βρετανικής γενετικής βάσης δεδομένων. Το σκορ αυτό παρείχε ένα σταθερό μέτρο της γενετικής τάσης για φλεγμονή, ανεξάρτητο από τις προσωρινές επιδράσεις του τρόπου ζωής.
Τα αποτελέσματα
Η ανάλυση έδειξε σαφή σχέση ανάμεσα στο υψηλό γενετικό σκορ CRP και σε συγκεκριμένα προφίλ συμπτωμάτων. Άτομα με μεγαλύτερη γενετική προδιάθεση για φλεγμονή:
•είχαν υψηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI),
•παρουσίαζαν χαμηλότερη εργασιακή απασχόληση,
•ανέφεραν λιγότερη απώλεια βάρους και όρεξης κατά τη διάρκεια των καταθλιπτικών επεισοδίων — σημάδια που σχετίζονται με τη μεταβολική λειτουργία.
Το σκορ αυτό δεν σχετίστηκε με τη συνολική σοβαρότητα της κατάθλιψης ή με συναισθηματικά συμπτώματα όπως η λύπη ή η απαισιοδοξία. Αυτό υποδηλώνει ότι η γενετική επίδραση της φλεγμονής συνδέεται με έναν ειδικό “ανοσομεταβολικό” υποτύπο κατάθλιψης, που χαρακτηρίζεται περισσότερο από σωματικά και μεταβολικά παρά από καθαρά ψυχικά συμπτώματα.
Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση μεταξύ φλεγμονής και ανταπόκρισης στη θεραπεία, τα αποτελέσματα ήταν μη γραμμικά. Η σχέση δεν ήταν απλή, δεν ίσχυε δηλαδή ότι όσο περισσότερη φλεγμονή, τόσο χειρότερο αποτέλεσμα. Αντίθετα, βρέθηκε ένα μοτίβο σε σχήμα U:
•Οι μη ανταποκρινόμενοι ασθενείς είχαν τα χαμηλότερα γενετικά σκορ φλεγμονής.
•Ενώ οι ανταποκρινόμενοι και οι ανθεκτικοί στη θεραπεία είχαν υψηλότερα σκορ.
•Με τα υψηλότερα όλων να εμφανίζονται στους ανθεκτικούς στη θεραπεία.
Αυτό το εύρημα παρέμεινε στατιστικά σημαντικό ακόμη και αφού λήφθηκαν υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, η διάρκεια της ασθένειας και ο αριθμός των προηγούμενων φαρμακευτικών δοκιμών.
Το γενετικό σκορ για την CRP εξηγούσε επιπλέον 1,9% της μεταβλητότητας στα αποτελέσματα θεραπείας, μικρό ποσοστό, αλλά ανεξάρτητο από τους κλασικούς κλινικούς δείκτες. Η καμπύλη αυτή σε σχήμα U επιβεβαιώνει προηγούμενες έρευνες που βασίστηκαν σε άμεσες μετρήσεις αίματος, δείχνοντας ότι τόσο πολύ υψηλά όσο και πολύ χαμηλά επίπεδα φλεγμονής μπορεί να συνδέονται με διαφορετικούς μηχανισμούς ανταπόκρισης στη θεραπεία.
Περιορισμοί και μελλοντικές κατευθύνσεις
Οι ερευνητές σημειώνουν ορισμένους περιορισμούς:
•Η μελέτη ήταν διατομεακή (cross-sectional), επομένως δεν αποδεικνύει αιτιότητα.
•Οι συμμετέχοντες λάμβαναν διάφορα φάρμακα, όπως συμβαίνει στην πραγματική κλινική πράξη, χωρίς τον έλεγχο μιας τυχαιοποιημένης μελέτης.
•Το δείγμα περιελάμβανε μόνο άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής, επομένως τα αποτελέσματα δεν μπορούν να γενικευτούν σε άλλους πληθυσμούς.
Για το μέλλον, οι ερευνητές προτείνουν τον συνδυασμό γενετικών σκορ με άμεσες μετρήσεις φλεγμονής από το αίμα, ώστε να προκύψει ένα πιο ολοκληρωμένο προφίλ του κάθε ατόμου, τόσο της δια βίου προδιάθεσής του, όσο και της τρέχουσας φλεγμονώδους κατάστασης.
Tags: Κατάθλιψη
