Οι μεταλλάξεις DNA συμβάλουν στην ανάπτυξη λευχαιμίας
02 Ιουνίου 2022, 09:53
Νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Cambridge ανακάλυψε την επίδραση που έχουν οι μεταλλάξεις του DNA στην αιμοποίηση και τη λευχαιμία.
Η ανακάλυψη αυτή επιτεύχθηκε από την ομάδα του Κύπριου καθηγητή Δρ. Γιώργου Βασιλείου και από επιστήμονες του Ινστιτούτου Wellcome Sanger, του Cambridge Stem Cell Institute, του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Βιοπληροφορικής (EMBL-EBI) και των συνεργατών τους.
Συγκεκριμένα, η μελέτη αυτή αποκάλυψε πώς οι γενετικές/γονιδιακές μεταλλάξεις παραβιάζουν την παραγωγή αιμοσφαιρίων κατά τη διάρκεια της ζωής και πώς αυτές οι παραβιάσεις σχετίζονται με τη γήρανση και την ανάπτυξη λευχαιμίας, καθώς και άλλων ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η νέα μελέτη, δημοσιεύθηκε την 1η Ιουνίου στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό Nature και αντιπροσωπεύει την πρώτη φορά που έχει διερευνηθεί η επίδραση των γενετικών μεταλλάξεων στη δυναμική της ανάπτυξης αιματολογικών κυττάρων.
Επεξήγηση της έρευνας
Σύμφωνα με την μελέτη, όλα τα ανθρώπινα κύτταρα αποκτούν γενετικές αλλαγές στο DNA τους κατά τη διάρκεια της ζωής, με ένα μικρό αριθμό συγκεκριμμένων μεταλλάξεων να οδηγούν τα κύτταρα στον πολλαπλασιασμό. Αυτή η διαδικασία, που ονομάζεται «κλωνική αιματοποίηση», γίνεται όλο και πιο κοινή με την ηλικία και αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη λευχαιμίας και άλλων ηλικιακών παθήσεων.
Ακόμη, οι ερευνητές για να κατανοήσουν πώς και πότε αναπτύσσεται η κλωνική αιματοποίηση, πώς επηρεάζεται από τη γήρανση και πώς σχετίζεται με τις ασθένειες, παρακολούθησαν σχεδόν 700 κλώνους αίματολογικών κυττάρων από 385 άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών. Οι συμμετέχοντες εθελοντές έδωσαν τακτικά δείγματα αίματος για πολλά χρόνια.
Η καταγραφή του DNA του αίματος έδειξε ότι 92.4% των κλώνων αυξάνονταν με σταθερό ρυθμό. Ο ρυθμός όμως διέφερε από κλώνο σε κλώνο ανάλογα με το πιο γονίδιο ήταν μεταλλαγμένo. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας μαθηματική μοντελοποίηση, οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι η συμπεριφορά των κλώνων άλλαζε δραματικά με την ηλικία, ανάλογα με την ταυτότητα του μεταλλαγμένου γονιδίου.
Αυτές οι αλλαγές στη συμπεριφορά των διαφόρων γονιδίων/κλώνων αντικατοπτρίζουν τη συχνότητα εμφάνισης των διαφόρων ειδών λευχαιμίας, επεξηγώντας για πρώτη φορά γιατί διαφορετικές αιματολογικές κακοήθειες αναπτύσσονται σε διαφορετικές ηλικίες.
Η Δρ Margarete Fabre, πρώτη ερευνήτρια στη μελέτη και φοιτήτρια διδακτορικού στο Wellcome Sanger Institute και στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, δήλωσε ότι «τα ευρήματά μας αποκαλύπτουν πώς οι μεταλλάξεις του DNA αλλάζουν την παραγωγή αίματος κατά τη διάρκεια της ζωής μας, με τα φυσιολογικά βλαστοκύτταρα του αίματος να ανταγωνίζονται τα κύτταρα με προ-λευχαιμικές μεταλλάξεις. Η κατανόηση του γιατί κάποιες μεταλλάξεις επικρατούν σε νεώτερες ηλικίες και άλλες στα γηρατειά θα μπορούσε να μας βοηθήσει να βρούμε τρόπους να διατηρήσουμε την υγεία και την ποικιλομορφία των κυττάρων του αίματος μας».
Ο Δρ Moritz Gerstung, συν-επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Βιοπληροφορικής και το Γερμανικό Κέντρο Έρευνας Καρκίνου (DKFZ), δήλωσε πως «για πρώτη φορά μπορέσαμε να χρησιμοποιήσουμε τη γονιδιωματική ανάλυση για να κατανοήσουμε το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μεταλλαγμένων κλώνων στο αίμα μας. Αυτά τα δεδομένα δείχνουν ότι η δυναμική των κλώνων αλλάζει κατά τη διάρκεια της ζωής μας με τρόπους που δεν καταλαβαίνουμε ακόμη».
Ο καθηγητής Γιώργος Βασιλείου, επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Αιματολογικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Cambridge και Ανώτερος Eρευνητής στο Cambridge Stem Cell Institute, ανέφερε ότι «συλλογικά, η εργασία μας αποκαλύπτει μια απροσδόκητη αλληλεπίδραση μεταξύ της ηλικίας και της δράσης διαφόρων γονιδιακών μεταλλάξεων στα αιματολογικά κύτταρα. Αυτή η αλληλεπίδραση επεξηγεί την ανάπτυξη διαφορετικών αιματολογικών κακοηθειών σε διαφορετικές ηλικίες. Με αυτή τη νέα κατανόηση, μπορούμε να επικεντρώσουμε την ανάπτυξη προσεγγίσεων/θεραπειών για την πρόληψη αυτών των επάρατων παθήσεων».