Από το 2022 οι δαπάνες για νευρόλυση παρουσιάζουν σαφή πτώση, αναφέρει ο ΟΑΥ
27 Φεβρουαρίου 2025, 21:33

Κατά την τετραετία 2021-2024 οι συνολικές δαπάνες για την νευρόλυση εντός ΓεΣΥ ανήλθαν στα €18.040.053, αναφέρει ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας, σημειώνοντας ότι από το 2022 οι δαπάνες παρουσιάζουν σαφή πτωτική τάση η οποία είναι αποτέλεσμα των μειώσεων στις οποίες προχώρησε ο Οργανισμός τόσο στις τιμές των ειδικών βελόνων όσο και στην αποζημίωση των νοσηλευτηρίων.
Εξηγεί ότι η νευρόλυση με ραδιοσυχνότητες είναι μια ελάχιστα επεμβατική παρέμβαση, της οποίας ο στόχος είναι να καταστρέψει τα νευρικά κύτταρα (γάγγλια, αισθητικά ή μικτά νεύρα) εφαρμόζοντας ηλεκτρικό πεδίο απευθείας στο βιολογικό ιστό, ούτως ώστε να επιτευχθεί απονεύρωση απαλλάσσοντας, τον ασθενή από τους χρόνιους πόνους.
Η νευρόλυση με ραδιοσυχνότητες, προσθέτει, απαιτεί συνθήκες άσηπτου χειρουργείου σε νοσοκομειακό περιβάλλον, ειδική βελόνα, χρήση απεικονιστικών μηχανημάτων και αποτελεί την τελευταία γραμμή θεραπείας ή την μοναδική θεραπεία σε άτομα που δεν μπορούν να χειρουργηθούν. Έχει επίσης θέση σε αποφρακτικό καρκινικό πόνο.
Η νευρόλυση με ραδιοσυχνότητες παρέχεται από ειδικό ιατρό (ορθοπεδικό, αναισθησιολόγο και νευροχειρουρχό) σε περιβάλλον νοσηλευτηρίου και αφορά περιστατικό ημερίδας φροντίδας υγείας εφόσον διαρκεί πέραν των 3 ωρών και δεν απαιτείται η διανυκτέρευση του ασθενή.
Στη βάση δημοσιευμένων στοιχείων, η νευρόλυση φαίνεται να είναι μια αποδοτική θεραπεία, σημειώνει.
Κατά την τετραετία 2021-2024 οι συνολικές δαπάνες για την νευρόλυση εντός ΓεΣΥ ανήλθαν στα €18,040,053 ως ακολούθως: Το 2021 δαπάνη €1.632.355, το 2022 δαπάνη €6.099.486, το 2023 δαπάνη €5.846.068 και το 2024 δαπάνη €4.462.144.
Οι πιο πάνω δαπάνες, προσθέτει, αφορούσαν συνολικά 4.602 περιστατικά κατά τα οποία χρησιμοποιήθηκαν 12.075 ειδικές βελόνες. Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, από το 2022 οι δαπάνες παρουσιάζουν σαφή πτωτική τάση η οποία είναι αποτέλεσμα των μειώσεων στις οποίες προχώρησε ο Οργανισμός τόσο στις τιμές των ειδικών βελόνων όσο και στην αποζημίωση των νοσηλευτηρίων.
Συγκεκριμένα, από το 2022 μέχρι το 2024 η ετήσια δαπάνη μειώθηκε κατά 26,8%, παρά την αύξηση του αριθμού περιστατικών ο οποίος κατά την εν λόγω περίοδο αυξήθηκε κατά 11,3%. Αυτό οφείλεται πρώτον σε δύο μειώσεις τιμών στις ειδικές βελόνες στις οποίες προχώρησε ο Οργανισμός με τις προμηθεύτριες εταιρείες το 2022 και το 2023, με τις οποίες η μέση αποζημίωση της κάθε βελόνας μειώθηκε από την αρχική τιμή αποζημίωσης €1.250 το 2021 (τιμή με βάση τον Διαγωνισμό Σ.Υ.15/20 του Υπουργείου Υγείας) σε €507 το 2024 (μείωση 59,4%).
Σημειώνεται ότι η τιμή του εν λόγω αναλωσίμου στην Ελλάδα ανέρχεται σε €1209 - €1235 ανά βελόνα, στην βάση προσφορών κατά το 2023 και το 2024 από δημόσια Νοσοκομεία (Ρεθύμνου και Καβάλας)
Οφείλεται επίσης, αναφέρει, στη μείωση της αποζημίωσης του νοσηλευτηρίου (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή του γιατρού), από €2.297 κατά μέσο όρο το 2021 σε €1.525 κατά μέσο όρο το 2024 (μείωση 33,6%).
Επιπρόσθετα, επισημαίνεται ότι σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το κόστος υλικών και μόνο της νευρόλυσης, κατά το 2024 ανήλθε στα €721 εκ., ενώ καταγράφηκε 20,5% ετήσιο ποσοστό αύξησης των συνολικών δαπανών το 2024 σε σύγκριση με το 2023 , λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της ταυτόχρονης αύξησης της συχνότητας των μυοσκελετικών παθήσεων.
Σημειώνει ότι η παροχή της θεραπείας ρυθμίζεται με ιατρικό πρωτόκολλο, το οποίο εφαρμόστηκε τον Μάιο του 2023 και επικαιροποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2023. Το πρωτόκολλο ορίζει ρητά ποιοι ασθενείς και πότε μπορούν να τύχουν νευρόλυσης. Ανάλογα με το σημείο εφαρμογής της νευρόλυσης, χρησιμοποιούνται από μία μέχρι τρείς βελόνες.
H νευρόλυση ενδείκνυται σε οστεοαρθρίτιδα ώμου 3ου ή 4ου βαθμού, ή όταν υπάρχει ρήξη στροφικού πετάλου που δεν μπορεί να αποκατασταθεί χειρουργικά, σε οστεοαρθρίτιδα γονάτου και ποδοκνημικής 3ου ή 4ου βαθμού, σε νευρίνωμα Morton και σε εκφυλιστικές αλλοιώσεις των ζυγοαποφυσιακών και των ιερολαγόνιων αρθρώσεων. Χρησιμοποιείται επίσης και σε ογκολογικούς ασθενείς οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται ή δεν ανέχονται την μέγιστη δόση της από του στόματος θεραπείας.