Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων
18 September 2025, 07:00

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Υγείας των Γυναικών, κάθε χρόνο περίπου 25 εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο βιώνουν εμμηνόπαυση, μία κατάσταση η οποία σηματοδοτεί τη λήξη της γυναικείας αναπαραγωγικής περιόδου. Η ορμονική θεραπεία υποκατάστασης (HRT) είναι μια θεραπεία που μερικές φορές συνταγογραφείται σε γυναίκες που βρίσκονται στη φάση της εμμηνόπαυσης για να βοηθήσει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Η HRT μπορεί να περιλαμβάνει τη χορήγηση οιστρογόνων, προγεστερόνης, ή και συνδυασμό αυτών, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε γυναίκας.
Όπως συμβαίνει με κάθε φάρμακο, υπάρχουν ορισμένες παρενέργειες και επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν κατά τη λήψη HRT. Προηγούμενες μελέτες έχουν αποδείξει ότι η HRT μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων ειδών καρκίνου, όπως ο καρκίνος του μαστού και ο καρκίνος του ενδομητρίου, καθώς και για καρδιαγγειακά επεισόδια - θρόμβοι αίματος, εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιακή προσβολή.
Έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην Ετήσια Συνάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) για το 2025 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 που χρησιμοποιούν δερματικά επιθέματα HRT δεν διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για θρόμβους αίματος ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Για αυτήν τη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν ιατρικά δεδομένα από την παγκόσμια βάση δεδομένων TriNetX για περισσότερες από 36.000 γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας 59 ετών από όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.
Οι συμμετέχουσες επιλέχθηκαν υπό την προυπόθεση ότι είχαν ξεκινήσει τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (HRT), καθώς και τη λήψη στατίνης - ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη μείωση των επιπέδων χοληστερόλης.
Οι ερευνητές τις παρακολούθησαν για κατά μέσο όρο 5 χρόνια για να διαπιστώσουν εάν εμφάνισαν πνευμονική εμβολή, φλεβική θρόμβωση, ισχαιμική καρδιοπάθεια, ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο ή καρκίνο των ωοθηκών, του μαστού ή του ενδομητρίου.
Στο τέλος της μελέτης, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχουσες στη μελέτη με διαβήτη τύπου 2 που λάμβαναν διαδερμική HRT μέσω δερματικών επιθεμάτων είχαν 25% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων και καμία διαφορά στον κίνδυνο πνευμονικής εμβολής, DVT, εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρκίνου, σε σύγκριση με γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 που δεν λάμβαναν HRT.
Ωστόσο, όταν εξετάστηκαν συμμετέχουσες με διαβήτη τύπου 2 που λάμβαναν από του στόματος ορμονοθεραπεία, διαπιστώθηκε ότι διέτρεχαν διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης πνευμονικής εμβολής και 21% υψηλότερη πιθανότητα καρδιακής νόσου, σε σύγκριση με τις συμμετέχουσες που λάμβαναν διαδερμική ορμονοθεραπεία.
«Η μελέτη μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έως και 5 χρόνια λήψης διαδερμικής ορμονοθεραπείας που έχει εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές μοιάζει ασφαλής σε μια μεγάλη ομάδα γυναικών στη μέση ηλικία με διαβήτη τύπου 2 και ότι η χρήση δερματικών επιθεμάτων ορμονοθεραπείας δεν σχετίζεται με υπερβολικά αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών επιπλοκών ή καρκίνων ευαίσθητων στα οιστρογόνα σε σύγκριση με γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 που δεν χρησιμοποίησαν ορμονοθεραπεία», δήλωσε σε δελτίο τύπου ο Matthew Anson, PhD, κλινικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ και στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Λίβερπουλ στο Ηνωμένο Βασίλειο και επικεφαλής συγγραφέας αυτής της μελέτης.
«Ωστόσο, δεδομένων των αυξημένων κινδύνων με την από του στόματος ορμονοθεραπεία, προτείνουμε στις γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 να μην λαμβάνουν από του στόματος ορμονοθεραπεία», επεσήμανε.