ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Ανεβάζει ταχύτητες ο πληθυσμός στην Κύπρο

20 Φεβρουαρίου 2025, 14:46

images

Αύξηση του πληθυσμού προβλέπεται για την Κύπρο μέχρι το 2054, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για τις προοπτικές του παγκόσμιου πληθυσμού.

Σύμφωνα με την έρευνα, η Κύπρος βρίσκεται ανάμεσα στα κράτη όπου ο πληθυσμός προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 5,3% κατά τα επόμενα 30 χρόνια και την μεγαλύτερη αύξηση του πληθυσμού μέχρι το 2054.

Σε αυτές τις χώρες περιλαμβάνονται ακόμη το Μπουτάν, η Κολομβία και η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν.

Βάσει των στοιχείων, ο πληθυσμός της Κύπρου το 2024 ανήλθε σε 1,352 εκατ. και το 2054 αναμένεται να αυξηθεί σε 1,510 εκατ. Οι εκτιμήσεις για το 2100 θέλουν τον πληθυσμό της χώρας να κυμανθεί στο 1,278 εκατ. και το 2052 στο 1,510 εκατ.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι πιθανόν να αυξηθεί εντός του τρέχοντος αιώνα.

Οι εκτιμήσεις του οργανισμού θέλουν τον παγκόσμιο πληθυσμό να αυξάνεται για τα επόμενα 50 ή 60 χρόνια αγγίζοντας τους 10,3 δισεκατομμύρια ανθρώπους μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2080 σε σχέση με 8,2 δισεκατομμύρια που καταγράφηκαν το 2024.

Μετά την εν λόγω αύξηση ωστόσο, προβλέπεται μείωση του παγκόσμιου πληθυσμού στους 10,2 δισεκατομμύρια μέχρι το τέλος του αιώνα.

Όπως αναφέρεται, ένας στους τέσσερις ανθρώπους παγκοσμίως ζει σε κράτος όπου ο πληθυσμός έχει ήδη αυξηθεί.

Πρόκειται συγκεκριμένα για 63 χώρες και περιοχές που είχαν το 28% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2024. Σε αυτές τις χώρες το μέγεθος του πληθυσμού αυξήθηκε πριν το 2024. Σε άλλες 48 χώρες και περιοχές που είχαν το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού κατά την περσινή χρονιά, το μέγεθος του πληθυσμού προβλέπεται πως θα αυξηθεί μεταξύ του 2025 και του 2054.

Στις υπόλοιπες 126 χώρες και περιοχές ο πληθυσμός είναι πιθανόν να συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το 2054, σκαρφαλώνοντας ενδεχομένως σε υψηλό επίπεδο αργότερα εντός του αιώνα ή μετά το 2100.

Λιγότερες οι γεννήσεις

Βάσει των ευρημάτων, οι γυναίκες γεννούν κατά μέσο όρο ένα παιδί λιγότερο σε σχέση με τις γεννήσεις που σημειώθηκαν γύρω στο 1990.

Κατά την δεδομένη στιγμή, ο ρυθμός γονιμότητας ανέρχεται σε 2.3 γεννήσεις ανά γυναίκα παρουσιάζοντας μείωση από 3.3 γεννήσεις το 1990.

Οι περισσότερες από τις μισές χώρες και περιοχές παγκοσμίως έχουν ρυθμό γονιμότητας κάτω των 2.1 γεννήσεων ανά γυναίκα που αποτελεί το καθορισμένο επίπεδο ώστε ο πληθυσμός να διατηρήσει ένα συνεχόμενο μέγεθος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα χωρίς μετανάστευση.

Ακόμη τα στοιχεία ανέδειξαν ότι οι πρόωρες κυήσεις έχουν αρνητικές επιπτώσεις τόσο στις νεαρές μητέρες όσο και στα παιδιά τους.

Ειδικότερα, κατά την περσινή χρονιά 4,7 εκατομμύρια βρέφη -δηλαδή περίπου το 3,5% παγκοσμίως- γεννήθηκαν από γυναίκες κάτω των 18 ετών, ενώ περίπου 340 χιλιάδες βρέφη γεννήθηκαν από κορίτσια κάτω των 15 ετών.

Η έρευνα υποδεικνύει ότι υπήρξαν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία και ευημερία τόσο των μητέρων όσο και των παιδιών και υπογραμμίζει ότι οι επενδύσεις στην παιδεία των νέων σε χώρες που καταγράφονται τα εν λόγω δεδομένα, θα έχουν θετικές επιπτώσεις στην υγεία των γυναικών, στο μορφωτικό επίπεδο και στη συμμετοχή στην αγορά εργασίας.

Ανάκαμψη του παγκόσμιου προσδόκιμου ζωής

Σε σχέση με το προσδόκιμο ζωής, ο ΟΗΕ υποδεικνύει ότι παρουσιάζεται αύξηση και πάλι μετά την πανδημία του Covid-19.

Διεθνώς, το προσδόκιμο ζωής στη γέννηση άγγιξε τα 73.3 έτη το 2024 σημειώνοντας έτσι αύξηση από 8.4 που καταγράφηκε από το 1995.

Επιπλέον μειώσεις στο ρυθμό θνησιμότητας εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν κατά μέσο όρο σε μακροβιότητα περίπου 77.4 ετών παγκόσμια το 2054.

Σημειώνεται ότι από το 2022 το προσδόκιμο ζωής επέστρεψε στα προ πανδημίας επίπεδα σε σχεδόν όλα τα κράτη και περιοχές του πλανήτη.

Ώθηση λόγω ανάπτυξης

Ο ΟΗΕ επισημαίνει ακόμη ότι ο κύριος παράγοντας που οδηγεί την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού καθώς διανύεται το μισό του αιώνα, θα είναι η ανάπτυξη που σημειώθηκε στο παρελθόν.

Συγκεκριμένα, εξηγεί ότι ο αριθμός των γυναικών ηλικίας 15 με 49 ετών εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από σχεδόν 2 δισεκατομμύρια το 2024 σε περίπου 2.2 δισεκατομμύρια μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2050.

Η εξέλιξη, θα συνεχίσει να οδηγεί την συνεχιζόμενη ανάπτυξη όπως αναφέρεται, ακόμη κι αν ο αριθμός των γεννήσεων ανά γυναίκα υποχωρήσει.

Αναγκαίες οι επενδύσεις

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την έρευνα, οι χώρες με νεαρό πληθυσμό και με επιβραδυνόμενο ρυθμό γονιμότητας έχουν περιορισμένο χρόνο μπροστά τους για επωφεληθούν οικονομικά από τον αυξανόμενο συγκεντρωτικό πληθυσμό στις εργαζόμενες ηλικίες του πληθυσμού.

Αναλυτικότερα, σε περίπου 100 χώρες ή περιοχές ο εργαζόμενος πληθυσμός -δηλαδή τα άτομα μεταξύ 20 με 64 ετών- θα αυξηθούν μέχρι το 2054, προσφέροντας έτσι ένα παράθυρο ευκαιρίας γνωστό και ως δημογραφικό μέρισμα.

Για την αξιοποίηση αυτής της ευκαιρίας, ο ΟΗΕ τονίζει ότι οι χώρες θα πρέπει να επενδύσουν στην παιδεία, την υγεία και στις υποδομές αλλά και να εφαρμόσουν μετασχηματισμούς με στόχο την δημιουργία δουλειών και την βελτίωση της κρατικής αποτελεσματικότητας.

Σύμφωνα ακόμη με την έρευνα, μέχρι το 2080 τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω θα ξεπεράσουν τα παιδιά κάτω των 18 ετών.

Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2070, ο παγκόσμιος πληθυσμός της εν λόγω ηλικιακής κατηγορίας εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 2.2 δισεκατομμύρια άτομα, ενώ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 οι 80 ετών και άνω θα ξεπεράσουν τον πληθυσμό των νήπιων.

Οι χώρες που βρίσκονται σε προχωρημένα στάδια στην διαδικασία γήρανσης του δημογραφικού, θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρήσης της τεχνολογίας για την βελτίωση της παραγωγικότητας σε όλες τις ηλικίες, προστίθεται.

Εξάλλου, σε 50 χώρες και περιοχές η μετανάστευση προβλέπεται ότι θα αραιώσει την μείωση του μεγέθους του πληθυσμού λόγω των βιώσιμων χαμηλών επιπέδων γονιμότητας και των παλαιότερων υποδομών.

«Κλειδί» η ισότητα φύλων

Παράλληλα, ο ΟΗΕ υπογραμμίζει ότι η ισότητα των φύλων και η ενίσχυση των γυναικών θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ραγδαίας είτε μείωσης του πληθυσμού είτε της αύξησης του.

Ο οργανισμός υποδεικνύει ειδικότερα, ότι οι διακρίσεις και τα νομικά εμπόδια βάζουν όρια στην πρόσβαση των γυναικών σε σεξουαλικές και αναπαραγωγικές υπηρεσίες.

Η αύξηση της νόμιμης ηλικίας γάμου και η ενσωμάτωση του οικογενειακού προγραμματισμού την κύρια υγειονομική φροντίδα, μπορεί να ενισχύσει την παιδεία των γυναικών, την οικονομική τους συμμετοχή και να μειώσει τις κυήσεις, σημειώνει.

Όπως επισημαίνεται, σε κράτη όπου παρατηρήθηκε ήδη αύξηση του πληθυσμού ή όπου αναμένεται αύξηση κατά τις επόμενες τρεις δεκαετίες, η υιοθέτηση πολιτικών πληρωμένης πατρικής άδειας, ευέλικτων συνθηκών εργασίας, παιδική φροντίδα υψηλής ποιότητας και άλλα, μπορούν να βελτιώσουν την συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, την υποστήριξη οικογενειών και να ενισχύσουν τις κυήσεις και την οικονομική ασφάλεια αντρών και γυναικών μεγαλύτερων ηλικιών.

Της Μαρίας Κυριακίδου Λουβιά

Σχετικά Άρθρα